| Στη δίνη του ανέμου και στης βροχής τις στάλες,
μια Τρίτη κάποιου Μάρτη και ‘γω ερωτεύτηκα.
Στον ουρανό ανέβηκα με κρεμασμένες σκάλες
για ένα φιλί να πάρω , που τ’ ονειρεύτηκα.
Μονάχος, με τα όνειρα τις νύχτες,
τι ‘χω να φοβηθώ.
Των πόθων μου οι αλήτες
με πάνε όπου ποθώ.
Έκλεισαν τα παράθυρα και κλείδωσαν τις πόρτες,
μια νύχτα με πανσέληνο που βγαίνουν τα στοιχειά.
Κάνω και ‘γω με τ’ όνειρο στη γειτονιά της βόλτες
σαν τον φαντάρο που φυλά στα σύνορα σκοπιά.
Φιλί όμως δεν βρήκα,
ούτε και αγκαλιές.
Κρυφά σαν κλέφτης μπήκα,
σε αδειανές καρδιές.
Μοναχικός διαβάτης, στην αδειανή πλατεία,
παίζω με τη σκιά μου, κρυφτό και τρίλιζα.
Γυμνή στην αγκαλιά μου κοιμάται η πολιτεία
κι ανάσες μεθυσμένες, στους δρόμους μύριζα.
Στη ζάλη των ανέμων,
πετώ χαρταετό.
Στο βάθος των πυθμένων
και τ’ όνειρο πετώ.
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 4 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|