| Υμνοτράγουδο για τον Δημήτρη
Ἦχος α'. Τῶν οὐρανίων ταγμάτων
Της ηρεμίας ο φίλος και του Χριστού ο πιστός,
η του αναλογίου, σεμνή διακονία,
τίμιε Δημήτρη, ψάλε για μας, στο Θεό καταφεύγοντας,
ότι σε σένα θαρρεύουμε αδελφέ, και μεσίτη σε έχουμε.
Του ψαλτηρίου τους στίχους, μελέτη κάθε νυκτός,
είχες προσκεφάλι, ήταν η προσευχή σου,
για σένα Δημήτρη, για όλους εμάς, τις ψυχές όσων έφυγαν,
ικετεύοντας κάθε βράδυ προς τον Θεό
το έλεος Του να εύρουμε.
Το κομποσκοίνι τις νύχτες, κρατούσες συ μυστικά,
μ’ αυτό ξαγρυπνούσες, ήταν η συντροφιά σου,
πονούσες Δημήτρη, για κάθε καημό, των γνωστών και των άγνωστων,
γονατίζοντας μόνος πάντα μπρος το Σταυρό,
και ζητούσες το έλεος.
Των χαρισμάτων των φίλων, ήσουν εσύ θαυμαστής,
Πνεύματος Αγίου, απτή χειροθεσία,
άξιε Δημήτρη, ζήτα για μας, τον Χριστό ικετεύοντας,
αν και ανάξιοι μένουμε αδελφέ,
την αγάπη του να έχουμε.
Της σωτηρίας τον δρόμο, της αιωνίου ζωής,
είχες ακολουθήσει, από μικρός όταν ήσουν,
και τώρα Δημήτρη, στις άνω σκηνές, στα ουράνια δώματα,
δοξολογώντας με τους αγγέλους μαζί τον Θεό,
αναμένεις την Ανάσταση.
Ἦχος πλ.α'. Χαίροις ασκητικῶν
Χαίροις ο εν Χριστώ αδελφός,
ο του Αγίου Δημητρίου συνονόματος,
ο γόνος των εκ του Πόντου,
πατρός τε και της μητρός,
της Καλαμαρίας τέκνο τίμιο,
εσύ καθοδήγησες τόσα κατηχητόπουλα,
με την πραϊα, τη φωνή τη γλυκύτατη,
αναδείξας συ, το παράδειγμα μόνος σου,
είδανε με τα μάτια τους, θαυμάσιο άνθρωπο,
που τους μιλούσε με έργα, και προσκυνούσε τα άγια
και τώρα υμνούντες
Δόξα πρέπει τω Κυρίω, τον κόσμο σώζοντα.
Ήσουν της Εκκλησίας παιδί,
παιδί υπήρξες μέχρι τέλους Δημήτριε,
και τώρα με τους αγγέλους,
στην άνω Ιερουσαλήμ,
αναπέμπεις ύμνους ιερότατους,
εμπρός εις τον Κύριον, τα ασώματα τάγματα,
των αρχαγγέλων, και των άλλων δυνάμεων,
Θεοτόκον και των Αγίων Μαρτύρων Του,
ζεις την πραγματικότητα, ουράνια έλαμψη,
που τη ποθούσες με ζήλο, και χορηγήθηκε άνωθεν,
κι εμείς εκβοώμεν,
Δώσε Κύριε στο κόσμο, το μέγα έλεος.
Χαίροις η του Χριστού αηδών,
συ των Αγίων η τρυγών καλικέλαδος,
ο ψάλτης των ασθενούντων,
στου Αποστόλου ναό,
ξαναζείς τους πόνους, που τους γνώρισες,
και δίνεις ονόματα, για μνημόνευση πρόθεσης,
στον λειτουργό Του, άλλων κατά διάνοιαν,
συμμετέχων, των Αχράντων Μυστηρίων Του,
γεύεσαι τα μυστήρια, λαμβάνεις τη χάρη τους,
ταπεινωμένους προς όλους, μα αγαπώμενος άνωθεν,
πιστώς εκβοώντες,
Σώσε Κύριε τον κόσμο, από το έρεβος.
Όπλο είχες εσύ την ευχή,
του Ιησού την μονολόγιστη,
ψάλτης κεκοιμημένων,
του Αναστάντος Χριστού,
των κοιμητηρίων, μεσ’ τα μνήματα,
αντέχεις τους πόνους μας, και προσεύχεσαι έμπονα,
αναπαύοντας, και αναπαυόμενος,
γεύεσαι την Ανάσταση, ακούς τη μητέρα σου,
ευχαριστώ σε Δημήτρη, μεσ΄το σαρανταλείτουργο,
κι εμείς εκζητούμεν
Δώσε Κύριε στον κόσμο, το μέγα έλεος.
Ψάλλεις στου ουρανού το χορό,
με το Λυκούργο το καλό σου διδάσκαλο,
στο τάγμα των υμνοδούντων,
σε ήχο αγγελικό,
τώρα ζεις στ’ αλήθεια, όσα πίστεψες,
κι εμείς αναμένουμε, τη χαρμόσυνη είδηση,
αν ειδωθούμε, οίμοι όντες ανάξιοι,
προσευχόμενοι και μετανοούμενοι,
ζήσαμε το παράδειγμα, Σταυρό πως τον σήκωσες;
και σου ζητούμε βοήθεια, όπως την έδινες άλλοτε,
θερμώς εκβοώντες,
Έλα Κύριε και δώσε, το μέγα έλεος.
Ἦχος πλ. δ'. Ώ τού παραδόξου θαύματος
Πόσο αλήθεια αγάπησες
τον Ιησού μας Χριστό,
φανερώθηκε σ’ όλους μας
στους μεγάλους πόνους σου,
που γενναία υπέμεινες,
και ευλογώντας φίλους και άγνωστους,
ψυχές εστήριξες μέχρι τέλους σου,
τώρα δεόμενοι,
τη λαμπρή και εύλαλη και ποθητή,
μνήμη σου τιμούμενοι,
Χριστόν δοξάζομεν.
Πώς μη θαυμάσουμεν φίλε μας,
τη βιοτή σου αυτή,
που γνωρίσαμε δίπλα σου
και σε αγαπήσαμε,
γιατί συ μας αγάπησες,
συ δεν ζητούσες ποτέ αντάλλαγμα,
τιμές και δόξες και αξιώματα,
αναλογιζόμενοι,
θεϊκή την πρόνοια και την τιμή,
που μαζί σου ζήσαμε,
Χριστόν δοξάζομεν.
Τόσα μαθήματα έδινες
βυζαντινής μουσικής,
δωρεάν γιατί έλαβες,
δωρεάν τα έδωσες
με χαρά τα μοιράστηκες,
και εξηγώντας χρόνους και χρώματα,
το νου σου είχες μεσ’ το νοούμενο,
πάντα δεόμενος,
μυστικά και ήπια και ταπεινά,
το Θεό λατρεύοντας,
κι εμείς δοξάζομεν.
Τώρα μέχρι την ανάσταση,
στην Εκκλησία μαζί,
συ στην θριαμβεύουσα,
μεις αγωνιζόμενοι,
μέχρι λόγο να δώσουμε,
δοξολογώντας συ Θείαν Πρόνοιαν,
κι εμείς στο δρόμο, φευ, της μετάνοιας,
ένα γινόμαστε,
μεσ’ το σώμα, αίμα, θαύμα του Χριστού,
με τη Θεία μέθεξη
και μέγα έλεος.
Είσαι μίμησης παράδειγμα,
που ‘ναι για μας υψηλό,
αν και ακατόρθωτο,
είναι πολυπόθητο,
για μας που σ’ αγαπήσαμε,
η γνωριμία χρέος αβάστακτο,
κι η παρουσία θάρρος παλαίσματος,
τώρα αιτούμαστε,
γόνυ κάμπτουμε και βλέμμα στο Χριστό,
με τη ση βοήθεια,
το μέγα έλεος.
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 0 Στα αγαπημένα: 2
| | | | | | |
|