| Μέσα στης ψυχής μου
τον καθρέπτη σαν κοιτώ
μια θολούρα πιάνει
και δε μπορώ να ιδώ.
Μια ομίχλη κυκλώνει τη ψυχή μου
μα αυτή μάταια προσπαθεί να δραπετεύσει
σαν το άγριο άλογο, που το βάλανε στη μέση
καβαλάρηδες τα πάθη κι η φυγή μου.
Μέσα στης ψυχής μου
το ρυάκι σιγορέει
γλυκά κι ανάλαφρα
σαν κάτι να μου λέει.
Στήνω αυτί κι ακούω ένα ψιθύρισμα
λες κι έρχεται από τα βάθη της αβύσσου
να μου χτυπά το τύμπανο και να μου λέει αφήσου
πάνω στου ζέφυρου το λίκνισμα.
Μέσα στης ψυχής μου
τ' αεράκι που πνέει
ξυπνά μια ανάμνηση, μια νοσταλγία
και τότε είναι που αρχίζει να κλαίει.
Γλυκιά η μυρωδιά του αγριολούλουδου
μου έρχεται στη μύτη,
κι η πεταλούδα που πετά
μου μοιάζει για Αφροδίτη.
Μέσα στης ψυχής μου
τον καθρέπτη σαν κοιτώ
ένας σπαραγμός και μια κραυγή
πετάγονται τα θρύψαλα κει χάμω.
Και μένω μόνος
μες στη βροχή,
να μου ξεπλένει
τα ματωμένα γυαλιά από πάνω μου.
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 2 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|