| Είμαι τόσο φτωχός που μπορώ να ηρεμώ
στο ζεστό μου τοίχο τα βραδιά
ν’ ακουμπώ σαν αλήτης πιο πίσω
να σηκώνω το βλέμμα ψηλά
κι αν θέλω να ξενυχτώ
μετρώντας τ’ αστέρια ξανά.
Μα τι λες; Δεν γνωρίζεις πως έχω δικό μου ουρανό;
Όλες οι σκέψεις που φύγαν θα ’ναι σαν «ξένοι»
κι εδώ μένει αυτό που γνωρίζει να περιμένει
ΑΥΤΟ μένει εδώ.
Να λυγίσω κι απόψε να μην είμαι εγώ
σαν από όνειρο σκιά
να με ξεβράζουν σ’ ωκεανούς
του θεού μου οι ξαφνικές εμπνεύσεις
αείρω κι ορώ.
Ένας μόνο θεός υπαγορεύει αυτή τη σκέψη
κι αυτή περνά και χάνεται στο επιτρεπτό
μέσα από το ανεπίτρεπτο διαφεύγει
ώσπου ν’ αναπνεύσει σαν αυτόνομο ον
μέχρι να φθάσει στο φτωχικό μου
φέρτε να καθίσει, φέρτε μύρο από όνειρο
κι ήρθε μόνη εδώ.
Εδώ που σ` εμάς μήτε η ζωή διαφεντεύει
του στοχασμού την πράξη ένας αποφασίζει
πες αν δεχτείς αυτή την σκέψη
να μείνει εδώ.
Ένας μόνο θεός υπαγορεύει αυτή τη σκέψη
έτσι θα ήθελα να μοιάσω
να είμαι σκέψη του θεού
που περνά ακουμπά και χάνεται
κι έπειτα μοιράζεται με πικροδάφνες σε σαμάνων όνειρα
σκέψη θεού και θέλημα.
Θεοδώρα Μονεμβασίτη
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 5 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|