| Αύγουστος. Μεγάλη χαρά μα ο Χάρος καρτερούσε.
Λίγη ζωή να σου 'δινε ακόμη δε μπορούσε.
Τη νύκτα σ'άφησε να πιείς, να φας και να μεθύσεις
και το πρωί μας άφησες δίχως να μας ρωτήσεις.
Έφυγες ξαίφνης μακριά κι ένα έγινες με τ'άστρα.
Για 'σένα είν' η αγάπη μου σαν τα ψηλά τα κάστρα.
Τα κάστρα που τα έχτισα μέσα σε τρία χρόνια,
πριν ξεκινήσεις για να πας στα μακρινά αλώνια.
Στ' αλώνια εκεί που θε να δεις την Κατερίνα πάλι,
μ'ένα μωρό στην αγκαλιά και άνθη στο κεφάλι.
Ένα ποτήρι αδειανό και δίπλα το μπουκάλι
και του ποτού που αγάπησες να σε μεθά η ζάλη.
Κάποιοι θα πουν δε χάρηκες και πως νωρίς επήγες,
μα αγνοούνε όλοιο αυτοί πού πήγες και τι είδες.
Την όμορφη οικογένεια που τόσο είχες λατρέψει,
τους φίλους και τους συγγενείς όλους που είχες μαγέψει.
Πατέρα κοίτα απο ψηλά τι κάνουμε για 'σένα.
Η μνήμη σου η αθάνατη μ' ακολουθά στα ξένα.
Τους πεθαμένους μην ακούς μα τούτο 'δω θυμίσου,
πως τι κι αν έφυγες νωρίς, εγώ θα 'μαι μαζί σου.
Σαν μία σκέψη απόμακρη, γλυκιά θα σε θυμάμαι.
Ανάμνηση μελωδική τα βράδια που κοιμάμαι.
Στα όνειρά μου θα 'ρχεσαι και θα με συντροφεύεις
και με το φως της ροδαυγής μακριά μου θε να φεύγεις.
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 2 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|