| Τόσες στιγμές σε ψάλλουν και σε μνημονεύουν,
μία φτάνει να γίνεις persona non grata.
Πότε πιάσανε φωτιά οι στίχοι;Πώς;
Κάποιες έχυσαν τη βενζίνη,κάποιος (άλλος,άραγε;)
άναψε τη φωτιά και μπροστά σου μόνο σκιές.
Κάτι σκοτεινό,τέλος πάντων.
Κι άμα πιάσανε φωτιά τα ιερά κιτάπια
είσαι κι επίσημα πια · αποκηρυγμένος.
Ποτέ δεν υπήρξες,ούτ'εσύ ούτε τα παράγωγά σου.
Τα'χουν μοντάρει ή τα'χουν κάψει.
Ένα κενό,μόλις συνειδητοποιήσεις (αν,βέβαια) τι έγινε.
Ληστεία σ'ένα σκοτεινό στενό,κι ας είχες πάνω
σου μόνο ρούχα.
Αποκηρυγμένους δεν αγαπά κανείς
κι όλοι απογοητευμένοι με την ποιότητά τους
ζητούν επιστροφή των χρημάτων τους.
Η καρδιά έχει σταματήσει,όμως ζει.
Η γλύκα που επιθυμούσες (επιθυμείς,ίσως;)
απομακρύνεται.Δεν είσαι απλά αίρεση,
είσαι άλλη θρησκεία.
Τα προσθέτεις όλα μέσα σου
και χτίζεις τη φυλακή.
Αχ να μην πίστευες ποτέ και σε τίποτα,
αχ να μην πέρναγες ούτε απ'έξω απ'το ιερατείο,
αχ να μίλαγες μόνο γι'απλά πράγματα
που χρειάζονται μόνο γλώσσα και σάλιο.
Τώρα όμως είναι αργά,
το δέντρο είναι στο έδαφος
και μόνο του δεν ξανασηκώνεται.
Και το ξύλο του πληρωμή για την εξόδιο.
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 3 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|