| Στα σπάργανα θάβουν χρυσό
ήλιος να μη τα πιάνει
ουράνιο τόξο από σκουριά
που φτύνει το δρεπάνι
Για να ρυθμίζεται η καρδιά
να φασκιωθεί το βήμα
κρυμμένο σβήνει στη γωνιά
μουτζουρωμένο ποίημα
Νεράιδες κλώθουν τις ευχές
με νήμα απ΄την Στουτγάρδη
Πορτογαλέζες το έφτιαχναν
ένα Σαββάτο βράδυ
Σε κύκλο που τις μπόλιασαν
μπολιάζανε τον κύκλο
το βάρος το είχε στη ζωή
κι αλάφρωνε τον ύπνο
Στον ύπνο είδα μια σκιά
ιδρώτας με ζυγώνει
κει μου είμαστε όλοι συντροφιά
με μιας μείναμε μόνοι
Τρέχω ξοπίσω στη γραμμή
ακούω τη σειρήνα
τα χρόνια ίδια γίνανε
όπως τον πρώτο μήνα
Θυμάμαι που ήμουν παιδί
και με έλουζε η αλμύρα
ξυπνώ στα χέρια μου κοιτώ
χρυσή κρατάω λίρα
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 2 Στα αγαπημένα: 1
| | | | | | |
|