| κοιτάξτε πια εσείς μύστες του ναού
όρνεα πετούμενα με τον ανοιχτομάτη νού
όνειρο μιας ιδέας απο την ιδέα εκπηγάζω
έρχομαι με δάνειους μύθους του βορρά
ώρα νύν εστί ,ανοίχτε μου τους πυλώνες πλησιάζω
σκοτάδι γίνομαι ανάφτε τα καντήλια,τα κεριά
μα ποιός άλλος αγύρτης λογχιστής θα με παινεύει
αχνάρι έσχατο λατρείας,ένας που ρητορεύει
του θεού την ευδοκία και την ευχή των γηγενών
αυτή η περίσσεια ,αυτή η υπερβολή
έργο θνητών και ματαιόδοξων αναπαλμών
μοιράζει την αθανασία φίλη και διαχυτική
εδώ δεν ξεχωρίζουν μέλλοντα και περασμένα
όλα όμοια έντονα κι ωραία σφυρηλατημένα
στο αλάθητο μου δεν έχω παρα να κοιταχτώ
ξεκούρδιστη είμαι μηχανή μες στη ευτυχία
είτε ψεύτικα,ειτε στα αληθινά γέρνω και γερνώ
και με του κόκκινου κρασιού την ευθυμία
σκοτούρα μεγάλη, συμπληρώνεται χρόνος πάλι
σηκώνω αμέριμνος και πιο γαλήνιος το κεφάλι
στο λευκό το χρώμα κλίνω οριστικά
περνάνε μονομιάς του έτους όλες οι εικόνες
μπρός μου οι χίμαιρες ανέβηκαν ψηλά
έρχομαι κι ας σφαλίσαν οι πυλώνες
ΚΑΛΗ ΧΡΟΝΙΑ
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 4 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|