Έμεινε μια βάρκα μόνη ν’αρμενίζει στα κύματα. Σε μια θάλασσα από επιθυμίες κι όνειρα.
Και στο κατάρτι ν’ανεμίζει μια σημαία με χρώματα περίεργα, που ούτε εγώ δεν ξέρω να σου πω τις αποχρώσεις.
Κι αν με ρωτήσεις τι έχω κρυμμένο στο αμπάρι, θα σου απαντήσω ξερά : τις αναμνήσεις μου.
Σ’αυτή τη βάρκα περπάτησε η σκέψη μου όλ’αυτά τα χρόνια.
Εδώ γεννήθηκαν οι έρωτες και τα μίση.
Καταμεσής του πελάγους έχτισα τη ζωή μου.
Και τώρα, καθισμένος στο λιμάνι, την αγναντεύω στο ηλιοβασίλεμα.
......................................................................................................................................