| Tο να πείθεις είναι άγονο, λέω στους άντρες.
Eγώ ο αχυρένιος μολυβογράφος.
και η γραφή μου μακρινή.
Πού πήγε η μάγισσα η ξανθιά, η περιφρονημένη;
Που λόγια μου έδωσε ιερά
και μου τα πήρε πίσω;
Μάγισσα τρισυπόστατη και ξωτικά της νύχτας.
Σας προσκαλώ σε μια γιορτή,
από Θεούς, από θνητούς κι από Ελλάδα.
Πάντα σε μάτι ζοφερού κι ανίερου χειμώνα.
..
Σε άνεμο σήκωσα πανί και πλέω.
Που δεν τον εταπείνωσα πριν φύγω.
Αλίμονο πώς ξέρει να παλεύει!
Θεραπαινίδα θάλασσα, τους αλησμόνητους μη τους ξεχνάς
Κι ωσάν η θάλασσα να φώναξε α-έ-ρ-α
χάλασα τους δεσμούς των oιωνών
και βγήκα καθαρή στο φώς!
.
Ποιος καταργεί το αυτονόητο των λόγων
και νοσταλγεί το ακατάληπτο των όντων;
Χαρά μου!
Ανάλαφρη η αύρα του ωραίου.
Που δίχως νου και γνώση,
με ξαγρυπνά τις ώρες των θαυμάτων.
Σ'έν' άγνωρο γιατί.Σε πως, σε πόσο, πότε.
Ευτυχώς , χωρίς απόκριση στην άδολη ομορφάδα!
Κερνώ τη νύχτα , προς τιμήν σας!
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 1 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|