| Πολλές φορές στάθηκα στο χείλος του εαυτού μου.
Δέλεαρ το κενό.
Πτώση δίχως σύγκρουση με το έδαφος.
Φαινομενική γαλήνη.
Πέφτοντας θα με χτυπάει ο αέρας.
Κι όμως δεν πήδηξα.
Στάθηκα με τις μύτες των ποδιών στην άκρη του γκρεμού για χρόνια.
Εκεί ακόμα.
Παρέλυσαν τα πόδια.
Μα εκεί ακόμα.
Παρέλυσαν τα δάχτυλα.
Με την ψυχή να ακροβατεί.
Πάνω απ' την δυστυχία.
Να ισορροπεί τελευταία στιγμή πριν την επαφή τους.
Με ένα λαχάνιασμα απ' το πρώτο κλάμα,
Να αγγίξει λίγο το ''απέναντι''
Που όλο απομακρύνεται.
Κι όμως ποτέ ως τώρα δεν το τόλμησα.
Και έπιασα ένα βράδυ τον καθρέφτη και του φώναζα.
''Βγες από κει μέσα δειλέ που κρύβεσαι''.
Πόσο βολικό να μιμούμαι τις κινήσεις μου.
Σαν άλλος να περπατώ σε κόσμους που δεν έφτιαξα.
Σαν άλλος να μιλώ σε μένα παραληρώντας.
Σαν άλλος. Πάντοτε σαν άλλος.
Αυτός ο άλλος που είμαι εγώ.
Αυτό το εγώ που δεν νανούρισα,
Δεν καθυσήχασα, δεν χάιδεψα.
Έκλαψα για ένα σωρό σκουπίδια.
Κι ούτε ένα δάκρυ δεν άφησα για μένα.
Τόσες ψυχές, τόσοι αυτόχειρες.
Αν έψαχναν το κλειδί να ανοίξουνε την πόρτα της εισόδου,
Ίσως να μην έφευγε κανείς.
Θέλει σκάψιμο κι υπομονή.
Θέλει κόπο, θέληση, αυταπάρνηση το ''απέναντι''
Θέλει πνευμόνια κι αντοχή να μην πνιγείς,
Στην αιωνιότητα της στιγμή.
Κουράστηκα είπα.
Και ο εγκέφαλος έλαβε το μήνυμα.
Όμως με διέψευσε.
Στο τραπέζι είχα αφήσει την μνήμη μου.
Με κούρασε η κουβέντα της και απέδρασα.
Ασυναίσθητες κινήσεις,
Σπασμοδικές, προκάλεσαν τα λάθη που μου κόστισαν.
Ανεξέλεγκτα ένστικτα που δεν μου ανήκουν.
Όρισαν τις στιγμές μου.
Και εγώ στον αέρα τώρα πετώ ανεμόσκαλα να με πιάσω.
Κάπου είδα και εσένα.
'Ησουν η ανεμόσκαλα.
Μεσολαβείς ανάμεσα σε μένα και στο εγώ μου.
Αφού είδες ποιος είμαι.
Σε λάτρεψα με άρρωστο τρόπο.
Τόσο που έχασα ακόμη και το τίποτα.
Και εσύ φαίνεται θέλεις να πας απέναντι.
Στάσου αντίκρυ μου και δες.
Είμαι εγώ.
Είσαι εσύ.
Είμαστε απέναντί.
Δίχως κενό ανάμεσα.
Στάσου αντίκρυ και δες.
Είμαι εγώ.
Είσαι εσύ.
Είμαστε οι ευτυχία μαζί.
Κάθε λέξη και ένα μέτρο μακρυά από μένα.
Κάθε λέξη και γουλιά.
Κάθε ποίημα ένα βήμα ακόμα κοντά σου.
Πλέκοντας το δίχτυ προστασίας με τα γράμματα,
Είδα κάποιες πληγές να κλείνουν.
Κάθε στροφή ποιήματος και μια απόδραση,
Απ' τη ρουτίνα της ευθείας.
Και πάνω στο ταξίδι αυτό.
Αποκοιμήθηκα.
Διέγραψα τα πάντα στον ύπνο και έκανα επανεκκίνηση.
Ξύπνησα.
Κι ήμουν εγώ.
Δίπλα στην ευτυχία μου που είχε τα μάτια σου.
Γ. Σ. Αλεξάνδρου.
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 5 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|