|
| Ήρθε (για) να την ακούσεις | | | ✴️
Η γάτα παγιδεύεται στα πιο απίθανα σημεία, από τα οποία περνάς
Μα το μυαλό, δεν πάει στα σκοτεινά
Και η γάτα σε προσ γειώνει, όταν γύρω και μέσα, όλα θολώνουν
Να γιατί χρειάζεται να παραμείνεις, ακόμα, εδώ
Για ένα υπέροχο τίποτα
Εσύ να δίνεις το τίποτα και αυτή να το κάνει υπέροχο
✴️
Αυτή τη φορά ένα υπόκωφο νιαούρισμα λες και έπαιζε μαζί μου κρυφτό. Όμως δεν έπαιζε, ή έπαιζε σοβαρά μια ακόμα του ζωή. Ακουγόταν μεταξύ ψυχραιμίας και αποθάρρυνσης.
Η γάτα που παίζει το παιχνίδι μας, το κάνει όσο πιο καλά μπορεί, άνευ ορίων. Κι αν μπορείς, ακολουθείς. Εκεί που νόμιζα ότι πλησίαζα, αυτό άφαντο ακουγόταν, από ζεστό κρύο. Μα ήταν εκεί! Μα πουθενά! Το αναζήτησα σε όλα τα πιθανά σημεία, ευχόμενη να είναι σε ένα όπου μπορώ να φτάσω. Ήταν σκοτάδι, καμιά αναμμένη λάμπα, μόνο από κανένα φωτάκι νυκτός. Το μόνο που μπορούσε να δει κανείς από μακριά ήταν ένα κινούμενο ανισόρροπο φως που αυξομειωνόταν, σηκωνόταν και έπεφτε σαν μια ασπόνδυλη μάζα, όπως αυτή του λιωμένου από το πιόμα. Ο φακός του κινητού τηλεφώνου όπου κρατούσα, μάλλον θα φάνταζε ως κάτι ύποπτο και τρομακτικό. Καθώς όλα όμως δείχνανε δεν υπήρχε κανένας ξύπνιος όπου θα μπορούσε να το δει 'κάπως έτσι΄. Από κει που στεκόμουν ο φακός έπεφτε πάνω στη γάτα που στεκόταν μαρμαρωμένη με τα μάτια στυλωμένα σε έναν τοίχο. Και επικρατούσε τη στιγμή εκείνη απόλυτη ησυχία. Εγώ μαρμαρωμένη κοιτούσα αυτήν, και θα με έλεγα ολάκερη ένα αναπάντητο ερωτηματικό.
Το αδύναμα απελπισμένο νιαούρισμα ακούστηκε ξανά. Το χέρι μου έφεξε το μέρος εκείνο του τοίχου, και το σώμα μου το πλησίασε. Το αυτί μου έκανε να αφουγκραστεί και το στόμα μου, μιμήθηκε τον ήχο της υπόκωφης έκκλησης. Και ω! ο διάολος να με πάρει, το νιαούρισμα ακούστηκε μέσα από τον τοίχο! Κρύος ιδρώτας μέχρι να δω χαμηλά στα πόδια μου τη διέξοδο, με πλάκωσε. Για ούτε ένα λεπτό, ίσο με ισόβιο όμως εγκλεισμό. Ήταν ένα σημείο στο εξωτερικό της πολυκατοικίας από τη μεριά του ακάλυπτου χώρου όπου ο τούβλινος τοίχος ήταν ασοβάντιστος και μερικά τούβλα έχασκαν το ένα πλάι στο άλλο δίχως να τα ακινητοποιεί όμως, τίποτα! Άρχισα να τραβάω το ένα μετά το άλλο, μέχρι που ξεπρόβαλε από τη χαοτική τρύπα το κεφάλι του, σα νιογέννητου στο φως.. Άργησε να βγει απ' το σοκ που υπέστη (για πόσο άραγε θαμμένο ζωντανό εκεί), στεκόταν αβέβαιο πάνω στο μεταίχμιο, ζωής και θανάτου. Το χέρι μου χώθηκε μέσα στο άνοιγμα κι άρχισε να βγάζει έναν συνδυασμό από λεπτό χώμα και στάχτη, για να σταθεί κάτω από την κοιλιά του. Κι έμεινε να την χαϊδεύει μιλώντας του ψιθυριστά. Το σώμα της γάτας παλινδρομούσε ανεπαίσθητα μια μπρος μια πίσω και τα μάτια της ψάχνανε να αναγνωρίσουν τον χώρο στο σκοτάδι. Κι όπου στρέφανε έστρεφε και το φως. Οι γάτες ενοχλημένες, αποθαρρύνοντας την έξοδο της, την κοιτούσαν σαν ξένη- εισβολή. Το άλλο μου χέρι ελεύθερο κινιόταν στον αέρα σαν να έδιωχνε ενοχλητικές μύγες. Κάποια στιγμή που βγήκε, έβαλα τα τούβλα σαν να μη συνέβη ποτέ τίποτα, στην θέση τους.
✴️
Το μουρμουρητό μου λίγο πριν την αυγή, προερχόμενο από μια πίστη αύξουσα κι απροσδιόριστη, ακόμα μια φορά εισακούστηκε.
Μη με ρωτήσετε από ποιον-α-ο, δεν έχω αποδείξεις. Ούτε ακόμα έχει πιάσει σε άνθρωπο, απ΄όσο μπορώ να ξέρω.
Μέρες είχα να δω τον Σάμι Φοξ με την μακριά τρίχα. Και αυτός μεμιάς αντιλήφθηκε την παρουσία μου. Μέσα από τον τάφο απ' όπου βγήκε, ομολογουμένως αγνώριστος, ένας σκέτος σταχτοπούτος. Μέχρι που είδα την φουντωτή ουρά του, και δίχως πια τον φόβο μη και τρομάξει, που για μια άγνωστη γάτα τον είχα περάσει, τον έκλεισα ήσυχα στην αγκαλιά μου. Για μια στιγμή- έναν αιώνα.
Στους ολοένα αλλεπάλληλους δυσοίωνους μας καιρούς. Όπου καθένας μας κοιτάει τη δουλειά του το ζόρι του τη πάρτη του, αποξενωμένος περιφρονητής γκρινιάρης. Αναθεματίζω, ούτε σοβαρά ούτε αστεία, τον Αινστάιν. Που δεν βρήκε τον τύπο, να παγώνει τον χρόνο. ΄Οποτε αγκαλιάζει το απαράμιλλο και ατόφιο, απ΄όπου αυτό κι αν προέρχεται.
Μα είμαι βέβαιη σχεδόν, ότι θα λέει, ότι αυτός είναι μέσα μας. Στα Μάτια μας.
✴️
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 6 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
| καποιοι γεννιουνται για να μην πεθανουν ποτε. κι παρεα μεγαλωνει. δεν ξερω που,αλλα σιγουρα μεσα μας | | |
|
tabasco0 06-06-2017 @ 09:26 | ::angel.:: | | Γιάννης Κατράκης 06-06-2017 @ 10:29 | ::yes.:: ::yes.:: ::yes.:: | | Ηypocrisy 06-06-2017 @ 12:22 | Τάμπι γιατί φόρεσες φωτοστέφανο; | | tabasco0 06-06-2017 @ 15:29 | Δεν σου λεω | | Ηypocrisy 06-06-2017 @ 19:16 | ::smile.::
::hug.::
| | Ηypocrisy 06-06-2017 @ 21:53 | υπόψιν, με τον όρο σταχτοπούτος δεν εννοώ τίποτα άλλο εκτός από το ότι ήταν βουτηγμένος μέχρι την ρίζα στην στάχτη
θέλει πολύ χρόνο αυτό να φύγει από πάνω του και να καθαριστεί
θα θελα πολύ να του προσφέρω ένα μπάνιο αλλά νομίζω ότι θα κάνω έτσι τα πράγματα χειρότερα γι αυτόν
έτσι περιορίζομαι στον να τον χτενίζω και αυτός έπειτα να λούζεται με τη γλώσσα του
όσο για τα Μάτια, μήπως έτσι δεν είναι;
ας μη τα χρησιμοποιούμε (μόνο) για να καρφώνουμε τους άλλους
που μάλλον έτσι δεν μας παν πουθενά
ο κάφκα είπε κάτι απίθανα εξαιρετικό δεν το είδα ποτέ έτσι, τουλάχιστο συνειδητά, μέχρι που το διάβασα
"αυτό που αποκαλούμε δρόμο είναι δισταγμός
υπάρχει προορισμός αλλά όχι δρόμος"
και να φανταστείς πριν ανακαλύψω αυτή την φράση του είχα πει
"κοίτα εσύ τον δρόμο σου, εγώ δεν έχω δρόμο"
αν βγαίνει κάτι από αυτό για μένα δίχως σκέψη αυτόματα, είναι εμπιστοσύνη στο ασυνείδητο | | |
Πρέπει να συνδεθείς για να μπορείς να καταχωρίσεις σχόλιο
|
|
|