Σύνδεση

Εγγραφή

Πλαίσιο χρήσης
132744 Τραγούδια, 271238 Ποιήματα, 28913 Μεταφράσεις, 26571 Αφιερώσεις
 

 Κάτω από το δέντρο
 

Τα μαθητικά τα χρόνια πως τελειώνουν,
μύθος όπως ο ουρανός στα δέντρα
Κι εμείς τι, τι μέρος του μύθου είμαστε,
αν σηκώνουμε το κεφάλι μας
Μα το κεφάλι μας δεν βρίσκουμε
κάτω από ένα δέντρο να βάλουμε;
Και τι ειναι μήπως τέλειο;
Tο να΄σαι μερος του αναπόσπαστου της φύσης που το σέβεσαι το εκΤιμάς το χαίρεις,
Mην είναι τίποτα;


 Στατιστικά στοιχεία 
       Σχόλια: 2
      Στα αγαπημένα: 0
 
   

 Ταξινόμηση 
       Κατηγορίες
      Αταξινόμητα
      Ομάδα
      Αταξινόμητα
 
   

 Επιλογές 
 
Κοινή χρήση facebook
Στα αγαπημένα
Εκτυπώσιμη μορφή
Μήνυμα στο δημιουργό
Σχόλια του μέλους
Αναφορά!
 
   

καποιοι γεννιουνται για να μην πεθανουν ποτε. κι παρεα μεγαλωνει. δεν ξερω που,αλλα σιγουρα μεσα μας
 
Ηypocrisy
30-08-2017 @ 19:25
Όταν εσυνέβη η διασπορά του Ισραήλ, ένα αντρόγυνο ατσίγγανοι, που σήμερα πλέον δεν ξέρουμε με βεβαιότητα από πού κρατάει η σκούφια της αυτηνής της ράτσας, εβαρέθηκαν κάθε τόσο να μαζεύουν τα πράγματα τους και να ταξιδεύουν με τον αραμπά. Γι’ αυτό συμφώνησαν και πήγανε και βρήκαν έναν παμπάλαιο μάγο ανατολίτη που γνωρίζανε ότι ζούσε σε κάτι ειδωλολατρικά χαλάσματα, σε μια ερημιά της Υεμένης. Και ετούτος ο σατανιστής, τους πούλησε μιάν αλοιφή που να μπορούνε να πετάνε και επληρώθη τριάντα χρυσά, που κανείς δεν ξέρει τι τα ‘κανε τα λεφτά που μάζευε, έτσι που διαβιούσε σαν όρνεο μοναχουνός του, μακρυά απ’ την κοινωνία των ανθρώπων, στους αγριότοπους. Τέλος πάντων λοιπόν. Οι καλοί σου οι γύφτοι εκατάφεραν έτσι να βολευτούνε καλά και να μεταναστεύουν με πάσαν ευκολίαν, ως να μην ήταν τίποτε. Παρά μόλις βαριόντουσαν έναν τόπο, ή κάτι δεν τους άρεσε, αμέσως έλεγε ο άντρας στη γύφτισσα: -Δεν τα μαζεύεις να φύγουμε; Kαι σε μισό λεφτό εμάζευαν τα γανώματά τους και τα τηγάνια και άρχισαν να πετάνε για ‘κανα άλλο μέρος και γι’ αυτό δεν στεριώναν πουθενά ! Εθεάθησαν και πάνω από την Άνω Μουσουνίτσα της Παρνασσίδος, κι ένας Έλληνας αγωνιστής με άγρια μουστάκια που φύλαγε καραούλι στο λημέρι του Πανουργιά, τους ήκουσε ακόμη και να τραγουδούνε καθώς επέταγαν. Κι ο μεν άντρας έλεγε: -Όταν είχαμεν κουπιάν, ανοιγόμαστε βαθειάν. Τώρα που δεν έχομεν, περπατάμεν τρέχομεν. Και η γυναίκα απαντούσε: -Όταν ήμασταν στεγνοί ‘εν μας έπιανεν βρουχή. Τώρα που βραχήκαμαν στη βροχήν εβγήκαμαν. Αλλά από τότε δεν ξαναφάνηκαν…. ::love.:: https://www.youtube.com/watch?v=fJjM0RNt3Do
inokrini
31-08-2017 @ 09:09
::up.:: ::theos.::

Πρέπει να συνδεθείς για να μπορείς να καταχωρίσεις σχόλιο