| Στον εαυτό μου πια μετοίκησα,
κοιτάχτε,
με γέρνει ο άνεμος κατά πού γέρνει
κι ανασαίνω
κορμί κορμός
αρμός π’ αντέχει.
Κλώνους πετάξανε τα χέρια μου
ρίζες τα πόδια και το βιος μου.
Ό,τι για χρόνια έλεγα
κουβάρια και μαλλιά
φύλλωμα γίνηκε και δρόσος.
Στον εαυτό μου πώς μετοίκησα,
το ξέρω∙
ήρθε σαν άλλοτε
στο μέσα μου
πουλί κυνηγημένο
η αγάπη.
Μα κλαίν’ οι άνθρωποι
φοβάμαι πως θα βρέξει
και πως σε τούτο τον κατακλυσμό
μιαν άλλη κιβωτό θα χρειαστούνε.
Γι’ αυτό φροντίζω να’χει λόγο η σιωπή
έτσι που κόβομαι κομμάτι το κομμάτι.
Άλλοι ξηλώνουν την ζωή
που έμαθαν
κι άλλοι ξυλεύονται
να ζήσουν
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 6 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|