| Άδειασε άλλο ένα ποτήρι.
Ήταν βράδυ – δεν τον ένοιαζε. Ήταν αργά – ούτ’αυτό. Είχε κρύο – τίποτα.
Κοίταξε για μια στιγμή τον ουρανό. Το μπερδεμένο του μυαλό χυμένο στο τίποτα. Θέλει να φωνάξει; Θέλει να ξεσπάσει; Τι;
Σιωπηλός ανοίγει πάλι το μπουκάλι…
Κοίταξε τον καθρέπτη – κόκκινα μάτια, άυπνος, ένα ράκος. Και; Τόσα χρόνια το’χε συνηθίσει πλέον.
Έπιασε το παλιό ρολόι, αυτό που είχε χαράξει στην ψυχή του με τους δείκτες κολλημένους σε’κείνη την ώρα.
“Μου λείπεις”, ψιθύρησε…
Λίγοι τον καταλάβαιναν. Κανένας δεν προσπαθούσε. Το τετράδιο μόνο τα’ξερε όλα.
Τέλος πάντων, πάντα έτσι ήταν. Ποιος έφταιγε όμως;
Έκλεισε τα μάτια. Σκέφτηκε. Το αλκοόλ μιλούσε, του φώναζε “θα υποκύψεις, το ξέρεις”. Ναι, το ήθελε όμως.
Σκέφτηκε αυτή πάλι. Και την είδε.
Στεκόταν εκεί, στο μπαλκόνι. Τα δυο της μάτια, καρφωμένα πάνω του…
Πλησίασε και τον πήρε στην αγκαλιά της. “Θα’μαι πάντα εδώ” του είπε.
Ξαφνικά, ένιωσε κάτι κρύο. Έκανε ένα βήμα πίσω.
Ήταν ο εαυτός του στον καθρέπτη.
“Θα’μαι πάντα εδώ…”
...................................................
Copyright © Δημήτριος Μπονόβας[align=center]
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 2 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|