|
| Νεκρή Θεά | | | Τα νιάτα της λιμπίστικαν μαγκίτες στα παγκάκια
από την Μεταμόρφωση, μέχρι τον Πειραιά
την γυροφέρναν άγρια της νύχτας τα μαγκάκια
μα δύσκολη τους το ‘παιζε, κι απόμακρη Θεά
Οι στεναγμοί των αγοριών : «μιά νύχτα της και να ‘χα»,
λιβάδι είχε χρώματα από γενοφασκιά,
ο Γιώργης την κατάφερε, που ‘χε τρανή Yamaha
κι οι άλλοι ξαποσταίνανε στης νύχτας τη σκιά.
Λεύτερη τώρα το ‘παιζε, μα κοντοχωρισμένη
την έπιασε ο πρώην της, «γαμώ την κουμπαριά»,
τσαχπίνα αναστενάρισσα αμαρτωλά λουσμένη
στο πέρασμά της άναβαν του έρωτα τα κεριά
Στο δίτροχο που ανέβαινε φάνταζε αμαζόνα
μα ο Γιώργης μας, φαινότανε να ‘χει διαλυθεί,
γιατί ήξερε πως ήτανε μια μανιακή πρεζόνα
και ζήταγε τη δόση της λίγο προτού γδυθεί.
Μια νύχτα που της έφερε σκόνη το βαποράκι
την έλλειψή της νοιώθοντας, πόσο είχε πειραχτεί,
στα γρήγορα την έφτιαξε, την έκανε «μιτάκι»,
όμως δεν ματαξύπνησε γιατί ήταν νοθευτή
Η μηχανόβια γενιά, στα μαύρα της κορνάρει
το ξόδι στέλνει το γνωστό, στο πένθος το βαθύ,
μα του Γιωργή τα δάκρυα ποια νύχτα να φρενάρει
που τη Θεά του έχασε, και πάει να τρελαθεί
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 6 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
| | |
|
Πρέπει να συνδεθείς για να μπορείς να καταχωρίσεις σχόλιο
|
|
|