|
| Μεις, το. Εν τούτω Νίκα | | | Καλημέρα, κάπου το βρήκα γραμμένο, με όλους τους βάρβαρους που έχουν πλακώσει, ότι μου κατέβει θα γράφω, Χριστιανικό, επαναστατικό, σατιρικό, βρε αι σιχτίρ όλοι τους που θα μας βουτήξουν τα παιδιά στο αίμα για τα συμφέροντα τους, ευχαριστώ να είστε καλά. | | Έτριψα μια χούφτα θυμάρι, κόβοντας ένα κλωνάρι βασιλικό.
Και κοίταξα στο πέλαγος, μια κόκκινη μικρή βαρκούλα.
Στάθηκα στο πεζουλάκι, στ` άσπρο ξωκλήσι, να κόψω
δυο παπαρούνες.
Μίλησα με τον γέροντα στο καφενεδάκι στο λιμάνι,
κρατούσε στα χέρια του ένα κομπολόι κι είχε μια σκοτεινιά
στο βλέμμα του.
Κάτω από τον μέγα, τον μοναδικό ουρανό της Ρωμιοσύνης.
Κι είδα στο σοκάκι μια γρια στα μαύρα, να τρίβει στα
χέρια της επτά κλαδάκια ρίγανη.
Κράτησα τα στέφανα στο εικονοστάσι, με τα πλουμίδια
του καιρού και της μνήμης.
Είδα φεγγάρια ολόγιομα κι άστρα μεθυσμένα.
Στο χώμα που είχε ένα λεκέ, που τον θωρώ να κλαίει.
Κει που φυτρώνει μια ελιά, ένα νιούτσικο, λυγερό κλωνάρι.
Κει που φυτρώνει πασχαλιά, του Επιταφίου τ` άρωμα
και της Λαμπρής ο πόθος.
Είδα ξωμάχους στις πλαγιές μ` αξίνα λιοκαμένους.
Κι είδα μιλιούνια θεριστές να μάσουν το σιτάρι.
Να μάσουν το γλυκό καρπό εκεί που κλαίει η πατρίδα.
Μα είχαν ψυχή στα χέρια τους, δικριάνια, είναι όλα δικά τους.
Κι όταν ακούσεις μάνα μου,
θα το μιλά η καρδιά τους.
Μια χούφτα άμμο μάζεψα, που είχε χρυσό το χρώμα, το
στεναγμό της γαλανής που είχε πολύ διψάσει.
Κι ανέβηκα στα ξέφωτα, στ` αλώνια και στα ύψη, για να μιλήσω
σε ήρωες, στης ιστορίας βάθη.
Μ`ένα γέλιο να τους πω, τίποτα δεν εχάθει.
Στα μάρμαρα που πάτησα, ε΄δα δυο ανεμώνες κι ήταν
το βιολετί τους φως, των ποιητών μας η ψυχές,
που μου λέγαν τα δίκια, τα δίκια της Ηλιόχαρης,
που αιώνες καρτερούσαν.
Στους μπαξέδες έκοψα μια αγκαλιά κατηφέδες,
κι η στέρνα όλη ξέχειλη, είχε γη να ποτίσει.
τούτη που γέννησε ανθούς
και πάλι θα καρπίσει.
Πήρα δάφνη κι έκατσα σ` αιωνόβιο πλατάνι
για την Ελλάδα, γέννα μου
της δόξας το στεφάνι
Εκει σιμά στις ξερολιθιές μαζεύτηκαν οι μάνες , είχαν μυρτιές
και κράταγαν, με πίστη τους, τα χέρια.
Ο αγώνας, το χρυσό ψωμί, η γη η περιστέρα
ο κάματος, η αμοιβή
με κοφτερά μαχαίρια.
Πόσους σταυρούς τους μέτρησα, θαρρώ ήταν χιλιάδες
κι όποιοι σταυρώνουν ζωντανούς δεν ειν
της γης χτιστάδες.
Εκατομμύρια τα κεριά, που` χαν αγνό το χρώμα, που ειν
τιμή στην Παναγιά
τιμή ειν στην Ελλάδα.
Μαζί θα τ` ανάψουμε
όλοι μαζί μια δάδα.
όμορφη συ πεντάμορφη, μάνα μου τα παιδιά σου.
Λεύτερος να` ναι ο κόρφος σου
λεύτερη κι η θωριά σου.
Αγκάθια σε μονάκριβη, βαθιά σε αγκιλώνουν.
Οι βάρβαροι με τα καρφιά, ανίερα σε καρφώνουν.
Μα μεις έχουμε βασιλικά και δυόσμους
και θυμάρια.
Μεις έχουμε Λαμπρής κεριά
αετούς μας παλικάρια.
Μεις έχουμε κόκαλα ιερά σ` όλα τα μνήματα,
μεις έχουμε πουλιά, σοφία, μνήμες
,ψυχής μας προσκυνήματα.
Μπριλάντια και μαλάματα γη, θάλασσα προίκα.
Σαν θα γυρίσει ανάποδα ο ντουνιάς
Μεις θα κρατάμε τα κεριά.
Μεις, το..Εν τούτω Νίκα.
18--2--2018--
Αδαμοπούλου Γεωργία.
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 7 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
| | |
|
Merlin9988 18-02-2018 @ 10:59 | !!! | | Γιάννης Κατράκης 18-02-2018 @ 11:28 | Πανέμορφο Γιωργία
Καλά κούλουμα ::hug.:: ::hug.:: ::hug.:: | | Κων/νος Ντζ 18-02-2018 @ 11:32 | ::theos.:: ::theos.:: ::theos.:: | | Τρικαλα13 18-02-2018 @ 11:51 | ::rol.:: ::rol.:: | | Αγιοβλασιτης 18-02-2018 @ 12:16 | ανεξαντλητη...και παντα ευστοχη...
::theos.:: ::theos.:: ::theos.:: | | Μαυρομουστάκης 18-02-2018 @ 15:16 | Η γραφή σου ξυπνά μνήμες και εξυψώνει την πεσμένη περηφάνια του
χειμαζόμενου Έλληνα.
Πατριωτικό εγερτήριο μνήμης και ψυχής
έτσι πάντα να γράφεις και να ηχείς
να βλέπουμε στα γραφτά σου την ελπίδα
γυναίκα, σύζυγε, μητέρα και Ελληνίδα. | | ΑΜΑΡΥΛΙΣ 18-02-2018 @ 22:45 | Ευχαριστώ όλους από καρδιάς με την ευχή να πετάξουν οι αετοί στα σύννεφα, στα φεγγάρια, στ άστρα, στα υψώματα. ::love.:: ::love.:: ::love.:: | | |
Πρέπει να συνδεθείς για να μπορείς να καταχωρίσεις σχόλιο
|
|
|