| ΣΤΟΥ ΚΌΣΜΟΥ ΑΥΤΉ ΤΗΝ ΑΚΡΗ
Με μια βαλίτσα θάνατο
και δυο σακούλες δάκρυ
στου κόσμου αυτή την άκρη
με πέταξε ο Θεός
και μου πε: “ Τα κουρέλια σου
στο σώμα μη φορέσεις,
αν θέλεις να αρέσεις και να σαι αποδεκτός”
“Χρυσάφια και κεντήματα
στο σώμα να φορέσεις
στους άλλους να αρέσεις
και ίσως κάποιος δει,
κάτω από τη μάσκα σου,
της μοναξιάς το τραύμα
Ίσως γενεί το θαύμα
και γιάνει η πληγή.
Πολλοί θα σε κοιτάζουνε ,
όμως δε θα σε βλέπουν.
Στο πλάι σου θα στέκουν
ακίνητες σκιές.
Κι όταν σ ανάγκη θα βρεθείς
και τούτη τη σκιάδα
μες στη θολή αχνάδα
να χάνεται θα δεις.
Γι αυτό ξεκίνα μόνος σου.
Πάρε το μονοπάτι
στου κόσμου αυτή την άκρη
μη μείνεις για πολύ.
Εδώ κουφάρια σκίζουνε
οι λύκοι σαν πεινάνε.
Τη σάρκα σου θα φάνε
στην πρώτη αφορμή.
Πάρε τον δρόμο τον καλό
και τον ευλογημένο
για να βρεις τον χαμένο
παράδεισο που θες.
Κάτω ν αφήσεις τα βαριά
της μοίρας τα φορτία.
Να δώσεις σημασία
σ αυτές τις συμβουλές”.
Είπ ο Θεός και χάθηκε.
Κρύφτηκε στα ουράνια
κι εγώ με περηφάνια
το βήμα το αργό
ξάφνου το επιτάχυνα
Στο μονοπάτι βγήκα,
μα άνθρωπο δε βρήκα
κι ακόμα προσπαθώ.
Άνοιξα τις αποσκευές,
για να τις ελαφρύνω
Κάτω το δάκρυ χύνω
στο χώμα το ξερό.
Και όσο για τον θάνατο,
στους ουρανούς πετάχθει,
μια θύμηση για να ρθει,
ν αφήσει στο μυαλό.
Μόνο θαμπά ονειίρατα
μένουν για συντροφιά μου.
Βαριά τα βήματά μου,
μεγάλο το στρατί.
Και μιας φίλοι και άγγελοι
δεν είναι πια κοντά μου,
στόχος θα είμαι εύκολος
και λεία για τροφή.
Μα δε σιμώνω πια κοντά
στους λύκους δεν κοτάω.
Με τους αετούς κοιτάω,
τόπο κοινό να βρω,
μήπως και μου δανείσουνε
για λίγο τα φτερά τους
και με τη συντροφιά τους
το σκάσω από δω.
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 3 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|