| Μοιραίον
Όταν γεννήθηκα οι Μοίρες ξενυχτήσανε
Κι ως τα χαράματα για 'μένα συζητήσανε
Να βρούνε άκρη όλη νύχτα προσπαθούσαν
Όμως, στο τέλος, συνεχώς διαφωνούσαν.
Η πρώτη είπε: ''Το παιδί θα είναι άτυχο''
Πιάνει και γράφει αυτή τη λέξη στο κατάστιχο
Μα από κάτω είχε γράψει κι άλλες λέξεις:
''Απ' τα χτυπήματα της μοίρας δε θ' αντέξεις''.
Η άλλη έριξε στο πάτωμα το ζάρι της
Και απεφάνθη πως θα είμαι παλικάρι της
Μες στη ζωή μου θα 'χω δύναμη σαν βράχος
Και θα παλεύω με θεριά σαν μονομάχος.
Η τρίτη όμως, μ' όσα έβλεπε, φοβότανε
Κι αυτή τη μοίρα μου ν' αλλάξει το σκεφτότανε
Ώσπου στο τέλος λίγο πριν να ξημερώσει
Με το στανιό τη μέση λύση είχαν δώσει.
Θα 'χω, μου είπανε, τον Έρωτα για πλοίο μου
Και το φιλότιμο ευαίσθητο σημείο μου
Απ' την αγάπη θα γευθώ την προδοσία
Και σαν αμνός πάντα θα γίνομαι θυσία.
Αυτή θα είναι η πηγή μου και η στέρνα μου
Και της ζωής μου η Αχίλλειος η πτέρνα μου
Θα κουβαλάω τον σταυρό στον Γολγοθά μου
Μ' όλα τα όνειρα στα χέρια για καρφιά μου.
Αυτά μου είπανε οι Μοίρες, συμφωνήσανε,
Να κλαίω μόνος μου στην κούνια με αφήσανε
Το ριζικό μου από τότε είναι γραμμένο
Να ανασταίνομαι, να ζω και να πεθαίνω.
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 6 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|