| Όταν γυρίσεις μάτια μου, θα` ναι κλειστό το σπίτι
δεν έμεινε κάτι να δεις, ούτε απ` το φεγγίτη.
Δεν ζει τίποτα πια εδώ, ένα άδειο κρεββάτι
κείνο που σ` είχα αγκαλιά, κι ήταν ζωής, κομμάτι.
Στη πόρτα ο βασιλικός, δεν άντεξε, εμαράθει
κι είπε με βαθύ καημό, η όμορφη, δεν θα` ρθει.
Τ` άφησα όλα πίσω μου, στους δρόμους τριγυρνάω
έχω μαχαίρια στη καρδιά, θύμησες! και πονάω.
Το σπίτι που ήταν της χαράς, μου γέμιζε τα χέρια
τις νύχτες που σε λάτρευα και πήγαινα στ` αστέρια.
Δεν θέλω μήτε να το δω, την πόρτα δε θ` ανοίξω
τα παραθύρια σφαλιστά, τις μνήμες να ξορκίσω.
Γυρίζω τώρα μοναχός, σπίτι δεν έχω φως μου
γιατί..σ` εκείνο φώλιαζε, ο ίδιος ο εαυτός μου.
Κι` όταν εχάθει, χάθηκα, χρόνια σε καρτερούσα
στα σπουργίτια στην αυλή, για σένα νε μιλούσα.
Μα ήταν ζευγάρια μάτια μου, ζήλευα και σκεφτόμουν
σαν ζευγαρώναμε οι δυό, σαν τα κορμιά ενώνουν
ενώνανε μονάκριβη, σαν στρείδια μεσημέρια
κι έβγαινε ο ήλιος να χαρεί, δυο κοχυλάκια ταίρια.
Τώρα σ` ερείπια κατοικούν, μόνο τα δάκρυα μου
που δεν στεγνώσανε ποτέ, σ` άφησα την καρδιά μου
Δωσ~ της σ` ένα τάσι νερό, λίγο να ξεδιψά
κι` ίσως μείνει ένας χτύπος.... στην αγάπη να μιλά.
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 5 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|