| Συνάντησα ένα γέροντα στο δρόμο,
αργοπερπάταγε σκυφτός,΄
κουβάλαγε τα χρόνια του στον ώμο
μα ήταν χαμογελαστός
Αφού τον καλημέρησα του λέω
πως πάει γέροντα η ζωή,
μου απαντά, αγάπαγα το ωραίο
γι' αυτό μου στάθηκε καλή
Καμάρωνα τον ήλιο ν'ανατέλει
γιατί το λάτρευα το φως,
γι' αυτό κατάφερα εν τέλει
να γίνω άνθρωπος σωστός
Ποτέ μου δεν αδίκησα κανένα
είχα γενναιόδωρη καρδιά
και τώρα στης ζωής πλέον το γέρμα
τύψη δεν αισθάνομαι καμιά
Είναι μεγάλη υπόθεση παιδί μου
νάχεις την ψυχή σου καθαρή,
το χρήμα δεν το λάτρεψα ποτέ μου
η ζωή μου ήτανε λιτή
Είναι η οικογένεια και οι φίλοι
ο πιο μεγάλος θησαυρός,
η ανατολή του ήλιου και το δείλι
εικόνες όπου κρύβεται ο θεός
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 3 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|