| Ακούω τον χτύπο της σκουριάς
Στ'αυτί της μοναξιάς μου
Πέφτει σκουριά καημού και μαύρο αίμα
Μια νοτισμένη μυρωδιά της μοιρασιάς μου
Ένα πριόνι που σκοριάζει με πριονίζει
Θυσία λέει στην απτόητη ερημιά
Φόνος μικρός την άρνηση ραβδίζει
Όλα ρευστά και γλιστερά πηδάνε μαλακά
Τώρα θυμήθηκα,σα νάκουσα το δίκιο μου
Κάποια αναγάλλια αγκαθωτή
Μου λέει μια λίμνη κόκκινη
Μεγάλη του κόσμου η πληγή
Μάταιη λοιπόν η δική μου αγωνία
Τυφλά τη σέρνω μες στον ίσκιο μου δεμένη
Θαρρώ πως την ξεχώρισε το μάτι μου
Με σεβάσμιο προσωπείο χοντροκομμένη
Άσε μια ύστατη φορά να σε φιλήσω
Εχω ακόμη στόμα, χείλη
Ανέτοιμος είμαι μα δεν κάνω πίσω
Δεν μένω έρμαιο μιας μοίρας ξένης
Μαντεύω ν'απλώνεται σιγή
Σε μακρινά τοπία του απείρου
Στο χώμα πάνω εδώ του πάθους η φωνή
Χλευάζει τις λαχτάρες,κάθε μου ονείρου
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 3 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|