| ΛΑΜΙΝΟΡΕ
άναψε ο Θύμιος το πρωί
το πρώτο τσιγαράκι
κι΄έστριψε το τσιγκελωτό
πυκνό, μαύρο μουστάκι
έπιασε το μπουζούκι του
έτσι από συνήθεια
κι΄άρχισε να το γρατσουνά
είχε νταλκά στα στήθεια...
οι νότες ξεχυθήκανε
και γέμσαν τον τόπο
στο λα μινόρε ο μάγκας μας
έβγαζε πάντα πόνο
πονούσε και το ξέρανε
όλοι στην γειτονά του
τον άφησε η γυναίκα του
μαζί και τα παιδιά του
κι΄έμεινε ο Θύμιος μοναχός
παρέα με το μπουζούκι
και κλαίγανε ολημερίς
κλειστήκαν στο καβούκι
οι φίλοι όλοι λάκισαν
οι συγγενείς το ίδιο
κανένας δεν νοιαζότανε
για τον φτωχό τον Θύμιο
έτσι΄ναι όμως η ζωή
τό΄ξερε αυτό ο δόλιος
το είχε πάρει απόφαση
ότι θα ζήσει μόνος
ΑΝΝΘΙΜΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 3 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|