| Μια μέρα ένας γάϊδαρος
καθότανε σκυμμένος
στον ήλιο και λιαζότανε
αλλά έδειχνε θλιμμένος
και μου ΄ρθε δι΄ ερωτήσεως
εμμέσως να τον ψέξω:
«Βρε όνε, τα καράβια σου
έχουνε πέσει έξω;»
Πιο πέρα διερχότανε
μέσα σε μια κουρσάρα
εἷς κύριος με αγκαλιά
μία ξανθιά κουκλάρα
μα δεν φαινόταν ούτε αυτός
καθόλου ευτυχισμένος
αντίθετα, ήταν βλοσυρός
βαρύς, σεκλετισμένος !
Κι έβγαλα το συμπέρασμα
κοιτώντας τον στη μούρη
μάλλον πως είν΄ αχάριστος
κι εκ φύσεως γαϊδούρι !
Κι ενώ με το αμάξι του
συνέχισε να τρέχει
τον κύρη του γαϊδάρου ευθύς
είδα να τού τις βρέχει.
Κι όπως χτυπούσε ο αφέντης του
τον δυστυχή τον όνο
μού πέρασε απ΄ το μυαλό
ετούτη η σκέψη μόνο:
"Μήπως δεν καταγόμαστε μονάχα
απ΄ τους πιθήκους
μα κι από ζώα έτερα
(από όνους ή, ίσως, λύκους) ;
Κι αν του γαϊδάρου, ο άνθρωπος
είναι απόγονός του
τουτέστιν ίδιον αίμα του
και σαρξ εκ της σαρκός του
για τους ανθρώπους συνιστά
μεγάλη εντροπή τους
τους γαϊδάρους να χτυπούν
που είν΄ οι πρόγονοί τους".
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 2 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|