| ΕΝΑ ΠΑΙΔΙ
Είχε το βλέμμα του στη γη, χαμηλωμένο
ντρεπόταν, ήταν φανερό, το καυμένο
τα μάτια δεν τα σήκωνε, όταν μιλούσε
λες και το χώμα μοναχά, μόνο κοιτούσε
ήταν παιδί μικρό, γύρω στα ενιά
αδύνατο, λιπόσαρκο, πόδια σαν καλαμιά
το ρώτησα τι έτρεχε, αν έφαγε αν διψούσε
κούνησε το κεφάλι του, μούδειξε πως πεινούσε
έμεινα εκεί να το κοιτω, αυτό πονούσε
πως γίναμε έτσι σκέφτηκα
κι αδιάφορα κοιτάμε
ένα παιδί τόσο μικρο
και δεν πονάμε
πως καταντήσαμε γεμάτοι απανθρωπιά
γιατί αφήνουμε στην πείνα, μικρά παιδιά
γιατί δεν πέφτουν κεραυνοί
για να μας κάψουν
οι αδικίες όλες πιά πότε θα πάψουν
έφυγα αμίλητος γεμάτος τύψεις
φταίω κι εγω μουρμούρισα
και φταίμε όλοι,
εμείς τον καταντήσαμε
έτσι τον κόσμο
οι ανθρώπων, γόνοι
ΑΝΘΙΜΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 0 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|