|
Σαν άνοιξη μυρίζει,επιστρέφει η χυμένη αλλαγή
Τ'όνειρο κατακτάω,το σύμπλεγμα μου ανοίγει
Για να δώ την απαγορευμένη κυρίως την μορφή
Να φανταστώ,κιόλας φαντάζομαι το κόκκινο που με τυλίγει
Ανθίζει το λευκό δεν ξεχνώ το αδούλωτο αγαθό
Το λιμοκτόνο κέντρισμα το ατάραχο στο χέρι
Ανατριχιάζω που γεύομαι αχνισμένο μέλι θεϊκό
Που έρχεται από τα πελάγη δίχρωμο το αγέρι
Οι άκρες των στιγμών μου ευωδάνε δυνατά
Σκύβω και μυρίζομαι το ασυγνέφιαστο κορμί
Αδειάζοντας ακέρια από το αίμα την καρδιά
Για ν'ακούσω μια νωπή και λιόχαρη φωνή
Σπυρί σπυρί μαζεύω τις αποχρώσεις των καημών
Κι αφήνω το ξέσπασμα αιφνίδιο εμπρός μου
Είμαι πια έτοιμος να πιώ τον χυμό των θησαυρών
Σπάζοντας και κυρτώνοντας τις αιχμές του κόσμου
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 4 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|