| Σαν πέσει το σκοτάδι βαθύ και άτρωτο
σ' αναζητώ στο απίστευτο της σκέψης
που νικά κάθε ομίχλη κι αμφιβολία
και το απαντάς σε κάθε ακτή ονείρου.
Εκεί ο ουρανός βαστάει την ελπίδα
καθάρια σαν το βλέμμα σου όταν σ' είδα
σαν βάδιζες παρέα με 'να κόκκινο δείλι
που 'χες ντύσει με την ευωδιά του έρωτα.
Οι αριθμοί εκεί δίχως καμιά αξία'
η ηχό των αισθημάτων δίνει την πορεία
όπως το πέλαγο χαράζει το ταξίδι
και η πυξίδα υποχωρεί μπροστά στ' άστρα.
Ο θόρυβος της μέρας έχει πια κοπάσει
και στο παράθυρό μου κάθεται το φεγγάρι
και 'να στην άκρη της κρυφής ακρογιαλιάς του
συναντώ ένα μισοσβησμένο σου χνάρι.
Του ανέμου τα γοργά φτερά μεμιάς φοράω
στο μακρύ ποτάμι της απόστασης βουτάω
και καίγομαι πάνω στα χείλη που αγαπάω'
μα πέτρα χτυπά την πόρτα μου και ξυπνάω.
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 1 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|