| Το Μήλο
Ήντ΄ ανουργιέσαι* ρε Μαριώ, δεν στο πα πως ο χρόνος,
ποτέ του δεν πισωγυρνά
και όποιος τον περιγελά, πάντα, απομένει μόνος.
Ήντα θαρρείς πως σ’ αγαπώ για τα γλαρά σου μάτια,
για τα πυκνά σου τα μαλλιά,
τ΄ άσπρα κρινοδάχτυλα άπου κεντούν παλάτια;
Ήντα ανουργιέσαι Μάρω μου ήπρεπε να το ξέρεις,
το μήλο δεν τ΄ απαρατάς ,
όσο πολύ και αγαπάς, γιατί θα υποφέρεις.
Μαριώ, εγώ σ’ αγάπησα για του φιλιού την γλυκά,
για την σεμνή κορμοστασιά,
για την θλιμμένη σου θωριά κι ας είσαι διχως προίκα.
Μην μου θυμώνεις, κοιτά με, πως λειώνω για τα σένα,
πως έχω γίνει φθισικός ,
έρημος αγαπητικός , που μπάρκαρε στα ξένα.
Πες μου μια λέξη μοναχά κι εγώ ευθύς γυρίζω,
το σκίζω το φυλλάδιο,
παίρν’ άγραφο τετράδιο και νύφη σε στολίζω.
*ανουργιέσαι = κλαίς
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 4 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|