Σύνδεση

Εγγραφή

Πλαίσιο χρήσης
132741 Τραγούδια, 271236 Ποιήματα, 28913 Μεταφράσεις, 26571 Αφιερώσεις
 

 Η Βασιλική και το Τσιριμωνάκι
 Η ιστορία της Βασιλικής και του Λευτέρη Κόχυλα ( Τσιριμωνάκι)
 
Η Βασιλική και το Τσιριμωνάκι
Τα χρόνια εκείνα τα παλιά στης Ικαριάς τα μέρη,
που Τούρκος εξουσίαζε κι άδειο ήταν το κεμέρι.
Παντρεύτηκε η Βασιλική χρόνων 16 μόνο,
'πο μάνα ήταν ορφανή κι ούτε ήξερε από πόνο.
Την πλάνεψαν τα σκέρτσα του του πονηρού Λευτέρη,
η ευγένεια κι η τσαχπινιά τον δέχτηκε για ταίρι.
Έγινε ο γάμος σύννομα την πήρε στον οντά του,
μ’ από την πρώτη την νυχτιά που ξάπλωσε κοντά του …
Κατάλαβε η καψερή πως είναι πια ανάγκη,
ν’ αφήσει τις κουτσούνες* της και σ’άλλες έγνοιες να μπει.
Η πεθερά την έβλεπε με μάτια σκοτεινά,
δεν κάτεχε η έρημη να κάμει μια δουλειά.
Της έβγαλε τις παιδικές τις φουστακές**, τις βράκες***
κι εφόρεσεν της νυχτικιές και ρόμπες λουλουδάτες.
Της έλυσε και τις μακριές τις καστανές πλεξούδες,
που τις ζηλεύανε μαθές οι άλλες κοπελούδες.
Κι αφού την εσυμβούλεψεν ν' αρχίσει να φουρνίζει ,
να μαγειρεύει για να φαν, το σπίτι να φροντίζει.
Πια δε ανακατεύτηκε και είπεν στον υγίον της,
κοίτα να είσαι αυστηρός αν θέλεις το καλόν της.
Δεν άργησε να ρθει καιρός που η μικρή εγκαστρώθει
κι άλλη παράσταση μαθές μες το χυτό**** εδώθει.
Νύσταζε τόσο η δύστυχη απ’ την αδυναμία
κι η πεθερά μουρμούριζε πως δεν αξίζει μια .
Μα ο σοφός ο πεθερός της είπε μην θυμώνει
και πως η ώρα η σωστή στο σπιτικό ζυγώνει.
Σαν βγάλουν είπεν τα τοιχιά***** δόντια και την δαγκώνουν,
τότε θα δει πως οι στιγμές του ύπνου της τελειώνουν.
Δεν σκάμπαζε η Βασιλική ήντα ταν που εννοούσε
κι όσο η κοιλιά της φούσκωνε τόσο και απορούσε.
Μα σαν η ώρα η καλή της γέννας ξημερώνει
κι η δόλια η βασιλική θαρρεί ο ζυγός τελειώνει….
Άλλη την ηύρε ταραχή, πονάει κι υποφέρει,
μα καταφέρνει το μωρό στον κόσμο αυτόν να φέρει.
Πάει λοιπόν η πεθερά να δώσει συχαρίκια,
της αποθέτει δίπλα της ένα καυκί****** με σύκα.
Τον μαστραπά******* με το νερό κι ένα τσουβάλι τρίχες,
όπου τις είχανε μαθές κουρέψει απ τις κατσίκες.
Και λέει της μην χασομεράς όσον εδώ θα μένεις,
ξάνε και γνέσε το μαλλί για να 'χεις να υφαίνεις.
Ήταν μονάχα 17, γάλα δεν είχε στάλα
και το μωρό απ την πείνα του έκλαιγε μες την σάλα.
Το είχε συνέχεια αγκαλιά κι η δόλια προσπαθούσε,
μ' αυτά το σύκα τα ξερά και το νερό αν μπορούσε..
Να θρέψει αυτήν και το μωρό, να ξάνει και τις τρίχες
και ν΄απορεί αν όλο αυτό είν' οι καλές οι τύχες...
Που έλεγαν οι συγγενείς στο γάμο σαν παινούσαν,
τον Λευτεράκη τον γαμπρό μ’ από μακριά κρατούσαν.
Και του σοφού του πεθερού τις ήρθαν οι κουβέντες,
ξανά στο νου κι εννόησε, ήντα ναι οι αφέντες.
κι έβγαλαν δόντια τα τοιχιά κι άρχισαν να δαγκώνουν
κι είδεν οι ώρες του ύπνου της, ευθύς, να τελειώνουν.

οι κουτσούνες * οι κούκλες
οι φουστακές** μακρύ σκούρο βαμβακερό φόρεμα
οι βράκες *** εσώρουχο μέχρι το γόνατο.
το χυτό**** το μονόριχτο μέρος του σπιτιού
τα τοιχιά***** οι τοίχοι
το καυκί ******* ξύλινο φαγητοδοχείο
ο μαστραπάς******* μεταλλική κανάτα


 Στατιστικά στοιχεία 
       Σχόλια: 1
      Στα αγαπημένα: 0
 
   

 Ταξινόμηση 
       Κατηγορίες
      Πρόσωπα
      Ομάδα
      Μαντινάδες
 
   

 Επιλογές 
 
Κοινή χρήση facebook
Στα αγαπημένα
Εκτυπώσιμη μορφή
Μήνυμα στο δημιουργό
Σχόλια του μέλους
Αναφορά!
 
   

 
selana58 ΕΛΕΝΗ ΚΟΥΤΟΥΦΑΡΗ ΣΕΤΤΑ
28-12-2019 @ 18:17
::blush.::

Πρέπει να συνδεθείς για να μπορείς να καταχωρίσεις σχόλιο