| Θυμάμαι ήταν καλοκαίρι 80 κάτι επι πασόκ
Ήμουν σπυριάρης άφινα χέτη κι άκουγα ροκ
οι γονείς μου θέλαν να τη κάνουν τα Σουκού
γι αυτό με στέλνανε Κυψέλη στο παππού
Φορούσε κόκκινο μπουρνούζι
κάτι πάνινα παπούτσια
και μια κολόνια με άρωμα από ευκάλυπτο
στο μπαλκονάκι της κουζίνας έτρωγε καρπούζι
και έφτυνε κουκούτσια
στον ακάλυπτο
Βλέπαμε στρουμφάκια στη τηλεόραση
είχε το διορατικό και μία ενόραση
μου λεγε όταν μεγαλώσω
σαν τη λεύκα θα ψηλώσω
θα χω γκόμενες παλάτια και λεφτά
τώρα είμαι μπάκουρας, απένταρος και άστεγος ωστόσο
είμαι ένα και ενενήντα εφτά
Έλεγε ότι καλό κάνει το να σου χέρι
φρόντιζε έτσι ώστε το άλλο να μη ξέρει
κι άμα δε ξέρεις που να πας
ανήφορο να προτιμάς
μην είσαι κότα και με καπότα να γαμάς
Τη νύχτα έβαζε δισκάκια στο πικάπ
κάτι περίεργα τραγούδια του θανάτου
κάθε βράδυ του Σαββάτου έπινε τα άντερά του
και ποτέ του δεν έκανε τσεκάπ
θάρθουνε δύσκολοι καιροί
ήταν το μότο του παππού
γιαυτό και άναβε κερί
στην εκκλησία που και που
και στη ζοχάδα του έριχνε και ένα καντήλι
για να μη μακρηγορώ ήταν ωραίος ο παππούς
και το 90 με τον χάρο γίναν φίλοι
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 3 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|