| Λίκνισα πέτρινα γιατί στις αγορές σου
μήπως στο κάνιστρο με βάλεις μιας ματιάς
μα εσύ μου αράδιαζες τις τόσες συμφορές σου
κι άστραφτε θάνατος στις λάμψεις της φωτιάς
Έμπηξα χάλκινα καρφιά σε αθώο χώμα
για ν’ αναβλύσει το νερό της λησμονιάς
και πριν σου κλέψω εραστής νυχτιά το σώμα
σου είπα θα γίνεις ο ληστής μου κι ο φονιάς
Ρούφαγα ανέσπερο το φως στης γης το κάστρο
να γίνω νύχτα Άγγελός σου και ληστής
μα όταν σου είπα τ’ ουρανού μου γίνε το άστρο
μου είπες του σύννεφου έχεις γίνει εραστής
Στην ανημπόρια μου μου λένε: «ψάξε κάποιους»
κι όταν ανίχνευσα ποτάμια στις πηγές,
τους ανιστόρητους αιώνες βρήκα σάπιους
και την αγάπη, μια απ’ τις πιο βαθιές πληγές
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 3 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|