| Είμαι αγχωμένος, το πρωί με βρήκε μισοκοιμισμένο στην γωνία ενός δρόμου να κοιτώ στο κενό.
Στη θέση του στεκόσουν εσύ και με χαιρετούσες, πέρασαν μέρες, και εγώ ακόμα στέκω χωρίς να δίνω σημασία στα εξωτερικά ερεθίσματα.
Οι φωνές έρχονται αργά τα βράδια, όταν η κούραση με έχει αγκαλιάσει και μου κρατά παρέα μέχρι τις πρωινές ώρες, σε μία απόπειρα να αποτρέψω εκείνο τον άτιμο ύπνο από το να με ελέγξει και στα στήθη του βαθιά να εισχωρήσω.
Στο σκοτάδι του μυαλού που τα φώτα σβήνουν και οι φωνές σιγούν φοβάμαι να μείνω, είναι τις ώρες που η θύμηση σου μπαίνει δυνατά στη καρδιά μου και πονάω, αιμορραγεί το πνεύμα που με τόση σιγουριά σε στήριζε μήνες πριν.
Ξέρεις αν κλείσεις τα μάτια μέχρι και οι πιο τρομακτικές φιγούρες αποκτούν άλλη μορφή. Είναι η ομορφιά της ψυχής μας που τα αλλάζει, σε παρακαλώ μην αλλάξεις το κόσμο μου. Κράτα το χέρι τεντωμένο προς το μέρος μου και περίμενε να σε φτάσω, τρέχω όσο μπορώ.
Η μουσική δεν μου επιτρέπει να έχω μία ιστορία να σας διηγηθώ αλλά από σκέψη σε σκέψη με περνάει∙ ζω πολύ, ζω έντονα – το λέω για να το βαφτίσω σε αλήθεια αλλά αδυνατώ.
Καλησπέρα, τί κάνεις; Μη στέκεις μακριά μου, πλησίασε, δεν θα σε πειράξω. Πες μου, πώς μυρίζουν την Άνοιξη τα ρόδα, πώς τη νύχτα χορεύουν στην ευωδιά τα γιασεμιά. Δεν είμαι ξένος σου, περάσαμε τόσα πολλά μαζί, πλέον δεν με ξεχωρίζεις, θα πρέπει να ξανασυστηθώ.
Καλησπέρα, τί κάνεις;
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 2 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|