| Λέω να τ΄ αποφασίσω
σε χωριό να πάω να ζήσω
να ΄ναι σε βουνό απλωμένο
και με πεύκα στολισμένο.
Σ΄ ένα απ΄ τ΄ άσπρα του σπιτάκια
με αυλή και με δεντράκια
μέσα μόνιμα να μένω
και να το ΄χω ασβεστωμένο.
Να ΄χω καθαρό αέρα
ν΄ αναπνέω νύχτα-μέρα
κι ένα ωραίο περιβόλι
που θα το ζηλεύουν όλοι.
Κάτω από το πλατάνι
που ωραίο ίσκιο κάνει
κει να βάλω ένα ντιβάνι
και ο ύπνος να με πιάνει.
Η σκιά του να σαλεύει
σαν το χάδι να χαϊδεύει
κι ο αέρας να φυσάει
ελαφρά να με κουνάει.
Τις νυχτιές (αν δεν κοιμάμαι)
στην αυλή όπου μόνος θα ΄μαι
το φεγγάρι ν΄ αγναντεύω
και τ΄ αστέρια να ζηλεύω.
Στον καλό το γάϊδαρό μου
- φίλο μου και βοηθό μου -
να του λέω τον καημό μου
και το κάθε βάσανό μου.
Και εκείνος να μ΄ ακούει
και το κάθε μου το χούι
να υπομένει ο καημένος
δίχως να ΄ναι λυπημένος.
Όταν θα ΄μαι στα μεράκια
για χορούς και τραγουδάκια
να πηγαίνω στα βατράχια
στης ακρολιμνιάς τα βράχια.
Κι όλα να μου τραγουδάνε
να χορεύουν, να γελάνε
να ΄ναι ανείπωτη η χαρά μου
που θα τα ΄χω συντροφιά μου.
Και το καλοκαίρι, φίλοι
που η ζέστη καίει τα χείλη
της πηγής νερό να πίνω
και τη δίψα μου να σβήνω.
Κι αφού θα ΄μαι ευτυχισμένος
ήρεμος, γαληνεμένος
να ΄ ρχομαι στην πόλη μόνο
κάνα δυο φορές το χρόνο.
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 5 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|