| Ένα ακόμη μεσημέρι Σαββάτου
από αυτά που πίνω πλέον τον πρώτο καφέ της ημέρας
παρέα με την άδεια πολυθρόνα σου.
Από τη μέρα που έφυγες, σκέφτομαι για 'σένα
σα να σε γνωρίζω τώρα μετά από χρόνια.
Η απουσία σου μου θυμίζει όλα εκείνα τα μικρά,
τα καθημερινά πράγματα,
που οριοθετούσαν το δικό μας χώρο και χρόνο.
Τα τσιγάρα,
οι μουσικές,
οι στιγμές πριν τη δουλειά,
μα περισσότερο οι στιγμές μετά τη δουλειά.
Το γυμνό σου σώμα τα βράδια
κάτω από τη βελούδινη μπλε κουβέρτα,
τα μακριά σου δάχτυλα
μπλεγμένα στα δικά μου δάχτυλα
ή να μου χαϊδεύουν τα μαλλιά.
Κάθε φορά που έρχεσαι,
μοιάζει σα να μην έλειψες λεπτό,
μα η πραγματικότητα είναι εκεί,
και με ρίχνει στο σκοτάδι όταν φεύγεις πάλι.
Μια φωνή μέσα μου μού λέει πως
δε θα γυρίσεις ξανά εδώ ο ίδιος.
Πως η μοναχικότητα
και η παγωμάρα σου για τα πάντα,
με άγγιξαν τώρα κι εμένα, και πως
θα είναι σίγουρα πολύ δύσκολο
να σ' αγαπώ στο εξής.
Και δε μπορώ να κρύψω πως φοβάμαι,
φοβάμαι πολύ μήπως δεν έχω τη δύναμη.
Τότε πάλι είναι που θυμάμαι
όλο αυτό το αλλόκοτο σ' εσένα,
που κάποτε λάτρεψα χωρίς δισταγμό.
Εκείνη την υπερευαίσθητη αδιαφορία,
την κρύα φλόγα που αισθανόμουν ότι ζει μέσα σου,
τον ωμό και απαισιόδοξο ρομαντισμό,
τη ρηχότητα που έμοιαζε να πηγάζει
από ένα απύθμενο βάθος.
Όλα εκείνα που με πλήγωναν, μα την ίδια στιγμή
υπήρξαν αυτά που με τραβούσαν κοντά σου.
Σταμάτα να πίνεις όλη μέρα
και να το παίζεις μοναχικός ποιητής!, σού έλεγα.
Δεν είσαι ο Μπουκόφσκι!
Κι ενώ γράφω αυτά εδώ,
μπαίνεις απροειδοποίητα στο σπίτι,
μου δίνεις ένα φιλί και φεύγεις να συνεχίσεις τη δουλειά.
Τώρα καταλαβαίνω πως, τελικά,
ήσουν ο δικός μου Μπουκόφσκι,
και πως αν είχα επιλογή, αυτή θα ήταν
να ζω έστω και με το φάντασμά σου.
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 4 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|