| Ο τρίτος κι ο μηχανικός
Πώς χάραξαν το πέρασμα αόρατοι εργάτες
βροχάρια κι αγριοκάτσικα που σμίλεψαν τα βράχια
εκεί οπούσαν σύννεφα, κι αγγέλοι στρατολάτες
σε πέτρινες βουνοπλαγιές και γκρίζα καταράχια;
Ανέβαιν' ο μηχανικός κι ο τρίτος καπετάνιος
μαζί ανεμοδέρνουνταν σ' ανήλιαγη πορεία
μα βήμα βήμα βιάζουνταν, κυλούσ' ο χρόνος δάνειος,
για τ' ουρανού το ξάγναντο και την αβερταρία.
Οι Ορεάδες έφευγαν στο φύσημα τ' αγέρα,
γιά ήταν σύννεφα που σβούν στου άπειρου τα χάη;
Του γρανιτένιου ορχηστρικού, τραγούδαγε φλογέρα,
κουρελιασμένη ανέμιζε σημαία στα πελάη.
Μικρές σταγόνες ρίπιζαν χιονόνερο κρυστάλλι,
το φορτηγό δυό χρόνους πριν, φουντάρησε αρόδου
στο κέρινο των αστεριών, στης νύχτας την αιθάλη,
σειρήνες ύμνουν προσωδή στον είσπλου της διόδου.
Ανέβαιν' ο μηχανικός κι ο τρίτος καπετάνιος
μαζί ανεμοδέρνουνταν σ' ανήλιαγη πορεία
μα βήμα βήμα βιάζουνταν, κυλούσ' ο χρόνος δάνειος,
για τ' ουρανού το ξάγναντο και την αβερταρία.
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 5 Στα αγαπημένα: 1
| | | | | | |
|