| Μέσα στης ζωής μου τον τυφώνα
με κατάντησες στραβάδι που καψόνια
σ’ ένα υγρό τού κάνουνε στρατώνα
γιατί μού’ δειξες μεγάλη καταφρόνια.
με της ζάλης σου θαρρώ τ’ αφιόνι
πως μου κόλλησες σαν βδέλα και βεντούζα
κι έγινα για χάρη σου «κωθώνι»
που ξελογιασμένος στέκω μπρος σου σούζα.
Στο κρύο μπες στρατόπεδό μου
να σ΄ έχω στ’ άδειο το πλευρό μου
ξελογιάστρα και τσακίστρα,
τις μάχες για να μη φοβάμαι
καθώς ταμπουρωμένος θά’ μαι
στη ζεστή σου πολεμίστρα.
Kι ας στις φάπες ολοένα με ταράζουν
και με βάζουν στις σκοπιές και στην καλιόπη
τα δυο μάτια σου με ξεκουράζουν
κι η φτωχή καρδιά μου κάνει γλεντοκόπι.
Από μένα διώξε το δρολάπι
τη γαλήνη φέρε μου και την μπουνάτσα
κι ας μεγάλη και μόνη μου αγάπη
σου είμαι αδιάφορος και μ΄ έχεις «ορντινάντσα».
Στο κρύο μπες στρατόπεδό μου
να σ΄ έχω στ’ άδειο το πλευρό μου
ξελογιάστρα και τσακίστρα,
τις μάχες για να μη φοβάμαι
καθώς ταμπουρωμένος θά’ μαι
στη ζεστή σου πολεμίστρα.
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 0 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|