Σύνδεση

Εγγραφή

Πλαίσιο χρήσης
132760 Τραγούδια, 271256 Ποιήματα, 28913 Μεταφράσεις, 26571 Αφιερώσεις
 

 Έξι σύγχρονοι Έλληνες ποιητές
 
«Έξι σύγχρονοι Έλληνες ποιητές»
Ελένη Χωρεάνθη Δημοσιεύτηκε 02 Αυγούστου 2017
Η ταυτόχρονη, σύντομη παρουσίαση πολλών συλλογών γίνεται λόγω ελάχιστου διαθέσιμου χρόνου και διαδικτυακού, σχεδόν αποκλειστικά, χώρου. Και η σειρά παρουσίασης δεν είναι αξιολογική, αλλά αλφαβητική ή χρονολογική.
Σάββας Καράμπελας: Στο θάλαμο του μεταφραστή, εκδόσεις Μανδραγόρας
Πτυχιούχος του τμήματος φιλολογίας και διδάκτωρ νεοελληνικής φιλολογίας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων με πολλές διαλέξεις σε άλλα πανεπιστήμια, ο Σάββας Καράμπελας κάνει αισθητή την παρουσία του και στον χώρο του βιβλίου με μια εντυπωσιακή ποιητική συλλογή με τον τίτλο Στο θάλαμο του μεταφραστή που φέρνει τη σφραγίδα των εκδόσεων Μανδραγόρας.
Την πρώτη ποιητική συλλογή του Σάββα Καράμπελα κοσμούν 6 χαρακτηριστικά έργα «από γραφίτη και ρητίνες σε χαρτί schoeller της Γεωργίας Δαμοπούλου, φιλοτεχνημένα ειδικά για την ποιητική συλλογή». Ωραία έργα, ευανάγνωστα, που συμβάλλουν όχι μόνο στην ενδιαφέρουσα εμφάνιση του βιβλίου, αλλά και στη δημιουργία διαύλων επικοινωνίας της ποίησης με τον αναγνώστη, πράγμα που δεν συναντάται πάντα σε ποιητικά βιβλία. Τουλάχιστο για τη δική μου αισθητική άποψη και αντιμετώπιση: Η σχέση του σχεδίου με το ποίημα πρέπει να είναι αρμονική και να προάγει το ποιητικό γεγονός.
Τα 34 ποιήματα κατανέμονται σε τρεις ενότητες-περιόδους γραφής τους που φανερώνουν την προϊούσα εξέλιξη στη χρήση του μέτρου και της πλοκής του στίχου:
Ι. «Απομεινάρια μιας πρώτης λείας (1997-2000)» με 7 ποιήματα. Ένα χαρακτηριστικό δείγμα:
Έχει ξεχάσει πώς βρέθηκε / σ’ αυτό το βυθό.
Ίσως και να γεννήθηκε / πάνω στην άμμο:
να τον έβγαλε η γη / από τα σπλάχνα της
ανάμεσα στα φύκια, / εκεί όπου καταλήγουν
τα ναυάγια των πλοίων / που κάποτε ταξίδευαν
στην επιφάνεια / του αγέρωχου νερού…
Οι εικόνες διαδέχονται η μια την άλλη με την εύρυθμη αφήγηση ώσπου να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι:
δεν έχουν σημασία / ούτε οι συνθήκες
του προηγούμενου / ναυαγίου του
[…]
ούτε η επιστημονική εξήγηση
των αιτίων της κατάστασης / όπου έχει περιέλθει.
(Υγρό στοιχείο)
ΙΙ. «Σπαράγματα μιας μυθιστορίας (2001-2015)» Τα 24 ποιήματα της ενότητας καλύπτουν 14 χρόνια. Εδώ ο στίχος δένει, το νόημα είναι ευκρινέστερο, ο ποιητής κυριαρχεί και μπορεί να συναρμόζει τις στιγμές του όποιου οράματός του και να στήνει σύνολα ενδιαφέροντα:
Υψώνει μέσα του / συρματοπλέγματα
σκάβει χαντάκια / και πνίγεται / στο αίμα του.
Κόβει τις γέφυρες / δένεται σε βαρίδια / και βουλιάζει.
Ύστερα αρπάζεται / από το χρυσό χαμόγελο /
και δυο λέξεις / για ν’ αναπνεύσει.
(Δυο λέξεις)
Στα δυο τελευταία ποιήματα της περιόδου 2001-2014, ο στίχος του, σύντομος, κοφτός αλλά γεμάτος, περιεκτικός νοήματος, άνετος, δημιουργεί αντιστάσεις:
Το σπίτι αποκοιμήθηκε.
Οι γονείς βολεύτηκαν στα ράφια
με τις ασημένιες κορνίζες
και τις μικρές πορσελάνες…
(Αγρυπνία)
Στο επόμενο ποίημα:
Το παλιό σπίτι ζωντάνεψε
πόσα κειμήλια πετάχτηκαν
[…]
Μόνο οι πρόγονοι έμειναν
–κρεμασμένοι στα κάδρα του τοίχου–
[…]
(Γενεαλογικό δέντρο)
ΙΙΙ. «Επίμετρο ( 2016)».Την τρίτη και τελευταία ενότητα με τρία πολύστιχα ποιήματα, καλοδουλεμένα, κλείνει το εύρυθμο, αναπάντεχο «Υστερόγραφο», δυνατό ποίημα με αδρές εικόνες και πολλές βάσιμες υποσχέσεις στο «μπαούλο» για το μέλλον:

Το πρωινό της Κυριακής / ο ήλιος αιφνιδίασε νωρίς
το οικογενειακό διαμέρισμα / ο πρώτος ένοικος κατέβηκε
με τη μικρή του σκάλα / και μπήκε στο μπαούλο.
Όλοι κοιμούνταν / και γι’ αυτόν είχε έρθει η ώρα
να ταξινομήσει τα ημερολόγια / που κρατούσε ανά έτος
να καδράρει τις φωτογραφίες / απ’ τη σχολή τις πρώτες διακοπές,
το γάμο, τα γενέθλια των παιδιών / να γυαλίσει τα μετάλλια
[…]
Μπήκε και έμεινε / στο μπαούλο
με την κληρονομιά / και τα αποσπάσματα
της υστεροφημίας του.
(Υστερόγραφο)
Ένα ολοκληρωμένο ποιητικό μόρφωμα, ένα στέρεο ποίημα που τον δικαιώνει.

Στέλιος Θ. Μαφρέδας: Νεύμα από απέναντι, Εκδόσεις των Φίλων
Ανοίγοντας την πρόσφατη, πέμπτη ποιητική συλλογή του Στέλιου Μαφρέδα, με σταμάτησε το πρωτότυπο για μένα τρίστιχο μότο:
Το κλέος σου Ιστορία δεν με γνοιάζει
αντίκρυ στέκει η Ομορφιά
και με κοιτάζει
Με προβλημάτισε σοβαρά. Μελετώντας τη δική του ιστορία: Νεύμα από απέναντι, διαπίστωσα εκ πρώτης επαφής ότι σημαίνει πολλά. Όμως, ο ίδιος θέτει όρια: Απέναντί του υπάρχει μόνο η Ομορφιά. Βλέπει, μάλλον εστιάζει την προσοχή του στην Ομορφιά, γιατί υπάρχει σίγουρα γύρω και απέναντί του η πραγματικότητα με τα απλά πράγματα και βλέπει την ποίηση των απλών πραγμάτων. Αδιαφορεί για την Ιστορία. Και μπορεί να είναι σωστή η θέση του, δεδομένου ότι την Ιστορία δεν την απασχολεί η καθημερινότητα του ανθρώπου, αλλά οι πόλεμοι. Στα περιθώρια της Ιστορίας των πολέμων και του Ανακτορικού Πολιτισμού, γράφεται η Ιστορία της Τέχνης, ο καθημερινός βίος των απλών ανθρώπων, όπου υπάρχει «η ποίηση των απλών πραγμάτων».
Αξιοσημείωτο είναι επίσης το γεγονός ότι ο Στέλιος Μαφρέδας είναι ολιγογράφος, έξι είναι τα βιβλία που έχει εκδώσει. Πέντε ποιητικές συλλογές με την παρούσα, και μια ποιητική ανθολογία: Η Πρέβεζα στη νεοελληνική ποίηση, Έκδοση της Δημοτικής Βιβλιοθήκης Πρεβέζης (2001).
Από το 2007 ίσαμε το 2017, έχει εκδώσει πέντε ποιητικές συλλογές: Ταριχευτής ημερών, εκδόσεις Αρμός (2007), Άξονας περιστροφής, εκδόσεις Μεταίχμιο (2009), Υπόκλιση στον αυτουργό, Οι Εκδόσεις των Φίλων (2012), Επιβάτης πορθμείου, Οι Εκδόσεις των Φίλων (2014) και Νεύμα από απέναντι, Οι Εκδόσεις των Φίλων (2017).
Κατά μέσον όρο, κάθε τρία χρόνια βλέπει το φως της δημοσιότητα μια ποιητική του συλλογή. Τα 43 εν όλω ποιήματα της συλλογής κατανέμει σε τρεις ενότητες: «Εσωτερικός διάδρομος», με 26 ποιήματα, «Σκληρό νόμισμα», με 7 ποιήματα και «Φυγάς στο παρελθόν», με 10 ποιήματα.
Εκτός από φειδωλός στις εκδόσεις ποιητικών συλλογών, ο Στέλιος Μαφρέδας είναι και σύντομος. Κατά κανόνα είναι περιγεγραμμένη η ποίησή του σε λίγους στίχους. Τουλάχιστο στη συγκεκριμένη συλλογή, σε κανένα ποίημα δεν γυρίζει σελίδα. Πουθενά δεν πλατειάζει και δεν πεζολογεί. Ο στίχος του είναι σαφής, πεντακάθαρος, μεστός νοήματος και πολυσήμαντος συχνά. Αρκεί ένα του ποίημα για να δώσει το στίγμα και το εύρος του ποιητικού στιλ, την αρτιότητα και το κάλλος του στοχασμού του:
«Ποιητική 5»
Γονατίζω μπροστά στην εικόνα σου…
Να γυρνούσα τουλάχιστον
μ’ ένα στίχο στο σπίτι
διάφορο στην άκαρπη αναζήτησή σου·
στον αχθοφόρο φιλοδώρημα απ’ τον ταξιδευτή.
Τη σκάλα όμως πάλι άρπαγας θ’ ανέβω.
Από την αρμαθιά λείπει της θύρας το κλειδί
– στο κεφαλόσκαλο η αγρύπνια φριχτή δοκιμασία.
Ό,τι με παρηγορεί και στέκω όρθιος
είναι η μοναξιά που ζει η φύση
απόψε στην αστροφεγγιά και πάντα στο λυκόφως.
Πού το κρησφύγετό σου
να ’ρθω να πυρπολήσω την αυλή
τους στίχους που μου έταξες να πάρω
όταν συνθηκολόγησα μπρος στην εικόνα σου
και ομολόγησα την πλήρη υποταγή…

Το εξώφυλλο της συλλογής κοσμεί ο υπέροχος πίνακας «Αρχαίος τρόπος να φωτίζεις», του εξαίρετου Αγρινιώτη ζωγράφου Χρήστου Μποκόρου και την προμετωπίδα το έργο: «Ελιά καντήλι», του ίδιου καλλιτέχνη.

Βασίλης Δ. Παπαβασιλειου: Ενόραση, εκδόσεις Ιωλκός
Είναι η τρίτη ποιητική συλλογή του ποιητή και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ιωλκός σε επιμελημένη έκδοση με τον απαιτητικό τίτλο Ενόραση και ένα εντυπωσιακό εξώφυλλο, φιλοτεχνημένο από τον Δημήτρη Κουρκούτη. Περιλαμβάνει 54 χαϊκού σε δύο ενότητες, η πρώτη με 39 χαϊκού και η δεύτερη με 15.
Το χαϊκού στα ιαπωνικά σημαίνει αστείος στίχος. Πρόκειται για παραδοσιακή ιαπωνική ποιητική φόρμα, αποτελούμενη από τρεις στίχους των 5, 7, 5 συλλαβών – συνολικά «στελεχώνεται» από 17 συλλαβές. Είναι η πιο σύντομη μορφή ποίησης στον κόσμο. Κάθε χαϊκού περιγράφει μια εικόνα της φύσης και δίνει στοιχεία για την εποχή του χρόνου μέσα από εποχιακές λέξεις (κίγκο). Υπάρχουν και ποιητές χαϊκού που ακολουθούν μια πιο ελεύθερη φόρμα.
Το είδος αυτό ήρθε πρώτη φορά στην Ελλάδα το 1925 από τον Γ. Σταυρόπουλο που δημοσίευσε στο περιοδικό Λυκαβηττός έξι μικρά ποιήματα, τα «Τρίστιχα», που συνοδεύονταν από ένα σύντομο σημείωμα γνωριμίας με το ποιητικό είδος. Ωστόσο, ο πρώτος Έλληνας ποιητής που έγραψε χαϊκού και θεωρείται ως ο εισηγητής τους στην Ελλάδα είναι ο νομπελίστας ποιητής Γιώργος Σεφέρης: «Δεκαέξι χαϊκού», Τετράδιο Γυμνασμάτων (1928-1937).
Έκτοτε, αρκετοί Έλληνες ποιητές έχουν δοκιμάσει τις ικανότητές τους στα χαϊκού, αν και η αναλυτική ελληνική γλώσσα δύσκολα περιορίζεται σε τρεις στίχους και 17 συλλαβές διαταγμένους ανάλογα με τις συλλαβές των 5 / 7 και 5 όπως:
Γέρων θνητός πια… (5)
Με γέλωτα κι άθυρμα (7)
ξεθυμασμένα. (5)
Από την πρώτη ενότητα της Ενόρασης επιλέγω δειγματοληπτικά ορισμένα από αυτά που μας μεταφέρουν με τα δικά μας αρώματα και τις δικές μας χρωματικές εικόνες, οσμές από το άρωμα και τα χρώματα των λουλουδιών της μακρινής Άπω Ανατολής όπως και τη μυρωδιά του χώματος της ιαπωνικής γης:
Αιχμάλωτο φως…
Μα δες εκεί στις σχισμές
Πώς δραπετεύει!
Ανυπόμονα
θροΐζει η καρυδιά.
Οσμή χώματος.
Στο σκεβρό σκαρί
ξεφτίδι το όνομα
σε λήθης ρότα.
Έρημες νότες
ανακινούν τις λέξεις
κι αυτές το δάκρυ.
Μέσα σε τρεις στίχους και 17 συλλαβές περιορίζουν έναν ολόκληρο κόσμο. Για τους Ιάπωνες που η γραφή τους είναι με εικόνες, αυτός ο τρόπος έκφρασης είναι ο πιο βολικός για την οικονομία του ποιητικού λόγου. Και είναι συνδεδεμένος με τον χαρακτήρα, τον τρόπο σκέψης, με την ανθρωπογεωγραφία τους. Με τις ιδιαίτερες συνθήκες της ζωής και το φυσικό περιβάλλον. Κάθε λαός και κάθε τόπος έχει δικούς του κώδικες συμπεριφοράς, έκφρασης των στοχασμών του, δικούς του κανόνες λειτουργίας του πνεύματος, τη δική του ιστορία προσαρμοσμένη στη γεωγραφική, τη γεωπολιτική θέση του στον πλανήτη.
Κάθε χαϊκού, κάθε τρίστιχο αυτής της παλιάς ιαπωνικής ποιητικής φόρμας (στην πατρίδα της έχει μετεξελιχθεί και σε άλλες φόρμες) μοιάζει με κομψό αγαλματίδιο, με τερακότα και, ανεξάρτητα από το μέγεθος, από το ανάστημα, διατηρεί όλα τα χαρακτηριστικά του ανθρώπινου σώματος. Το ίδιο και το χαϊκού, στη συντομία του κρύβει όλη την ενέργεια, την ομορφιά, το πλήρες νόημα μιας μικρής, μεγάλης πραγματικότητας, μιας «συμπιεσμένης», συμπτυγμένης στα όρια του ρυθμού της «Χώρας του ανατέλλοντος ηλίου», ένα πετραδάκι μακρινής εύοσμης αιωνιότητας.
Στην άρθρωσή μου
οι περισσότερες λέξεις
καταπίνονται.
Αυτό το χαϊκού κυριολεκτεί και βοηθάει να κατανοήσουμε πώς λειτουργεί, πώς στήνεται αυτή η ποιητική φόρμα που συμπυκνώνει αρμονικά τα πολλαπλά επιμέρους νοήματα χωρίς να χάνει το καθένα την αυτονομία και την αυτοτέλειά του μέσα στη μικρή, τη μικροσκοπική «κοινωνία» των τριών στίχων και πώς ολοκληρώνεται το ποιητικό μόρφωμα με συνοπτικές διαδικασίες: καταβροχθίζοντας, κυριολεκτικά, στην άρθρωσή του τις «περισσότερες λέξεις».

Δημήτρης Παπαδόπουλος: Διάλογοι μ’ έναν άγγελο, εκδόσεις Ιωλκός

Ο Βασίλης Παπαδόπουλος, όντας δάσκαλος σε «ειδικό σχολείο», γνωρίζει ότι οι τρόφιμοι της αγωγής είναι «παιδιά με ειδικές ικανότητες, με ειδικές ανάγκες», άτομα που χρήζουν διαφορετικής μεταχείρισης και συμπεριφοράς. Η σχέση με αυτά τα άτομα είναι σχέση αγάπης. Η διαχείρισή της μετουσιωμένη σε πράξη αποτελεί και το περιεχόμενο των ποιημάτων της συλλογής «διάλογοι μ’ έναν άγγελο». Ουσιαστικά μιλάει με τον άγγελό του για την αγάπη.
κάνοντας «επέκταση συναισθήματος» σε πρόσωπο συγκεκριμένο. Μιλάει απλά, ανεπιτήδευτα, πολύ ανθρώπινα, με τον δικό του τρόπο, για την αγάπη που κάπου συναντάει και εσωτερικεύει τον έρωτα και μια αγάπη παλιού καιρού αισθαντική, αθώα. Αθεράπευτα ρομαντικός ζει, θαρρείς, σ’ έναν άλλο κόσμο:
…Αγάπη μου…
Αγάπη χάραξα στου πεύκου τη φλούδα και δάκρυσα το ρετσίνι του.
Ψυχρά θα την αποκόψω, θα τη λειάνω σε πέτρα γυάλινη
για να ταξιδέψει με τ’ αρχικά μας πρώρα.
Θλιβερό μου έργο να πληγώνω αθώους λαμνοκόπους.
Έλα. Αγάπη μου…
Ν’ αρμενίσουμε όλες τις γλαυκές ρότες! Άγνωστες στους αμύητους!
Μου αρκεί να κοροϊδεύουμε τους καιρούς κι ας κλαίει ο πεύκος!
(Μίτος)
Σε άλλο ποίημα γίνεται πιο συγκεκριμένος, στέλλει μηνύματα:
Η αγάπη είναι η ομορφιά της δικής σου ζωής
Που κρύβεται μες στα μικρά,
[… ]
Όπως το ηλιόγερμα
[…]
Η αγάπη εσωτερικεύει τον έρωτα
Μέσ’ από την ισορροπία της χαράς!
Αντιστέκεται στο εφήμερο και κοπιάζει στο δοξαστικό.
(Γραμματάκι, περί αγάπης απόπειρα)
Τα περισσότερα ποιήματα είναι αφηγηματικά, συχνά πυκνά θυμίζουν Γιάννη Ρίτσο: «σονάτα του σεληνόφωτος», αλλά με μια αφοπλιστική αθωότητα και απλότητα:
Μια δοκιμασία χωρίς επιλογή λέγεται μαρτύριο.
Είναι ένας σκηνοθετημένος μονόδρομος,
που σε ωθούν να τον περπατήσεις γυμνός…
[…]
–Σε δίψασε ο δρόμος, ε, μάνα;
Τώρα θα σου φέρω νερό!
Μια σύγχυση με κυκλώνει παγερή…
Άνοιξε το στόμα σου να στάξει απ’ το σύννεφο νάμα
Ν’ αγιάσει τα χειλάκια σου, να με φιλήσεις κι ας ματώσουν.
[…]
Πάντα μας ξεδιψά αυτή η λευκή γάζα της αγάπης…
[…]
Θα ’χει φεγγάρι απόψε…
Έλα να σ’ αγκαλιάσω να με ζεστάνεις…
[…]
Θα ‘χει φεγγάρι απόψε…
Μάνα!
(Θάλαμος 207)

Έχει και η απλή, η αφηγηματική ποίηση, η απροσποίητη ποίηση την ομορφιά και την αλήθεια της. Μας κερδίζει.

Βασίλης Φαϊτάς: Στο καφέ «Εντροπία», εκδόσεις Μανδραγόρας
Ο Βασίλης Φαϊτάς σε ηλικία 24 ετών κυκλοφόρησε την πρώτη του ποιητική συλλογή Άποικοι της νύχτας (Θεσσαλονίκη, 1966). Στα χρόνια που ακολούθησαν έως το 2016, είδαν το φως της δημοσιότητας άλλες τέσσερις: Γράμματα στον κόσμο (Θεσσαλονίκη, 1980), Υστερόγραφο για το αύριο, (εκδόσεις Μανδραγόρας, 2010), Συνάντηση με το σύμπαν (εκδόσεις Μανδραγόρας, 2011), Ο αλχημιστής του χάους (εκδόσεις Μανδραγόρας, 2015). H συγκεκριμένη συλλογή κυκλοφόρησε και στη Γαλλία από τον εκδοτικό οίκο Le miel des anges (2016).
Η συλλογή Στο καφέ «Εντροπία» κυκλοφόρησε πρόσφατα με τον συμβολικό, παραπεμπτικό σε άλλες εποχές αυτόν τίτλο και, όχι τυχαία, τον θαυμάσιο πίνακα του Βίνσεντ βαν Γκογκ «Εξώστης καφενείου τη νύχτα στην Αρλ» που κοσμεί το εξώφυλλο, και με μότο ένα χαρακτηριστικό, εισαγωγικό πεντάστιχο που προσδιορίζει και τη φιλοσοφική του θεώρηση του κόσμου:
Κι αν ελπίζουμε σε κάτι, ενός ελπίζουμε.
Μήτε ύλη, μήτε ενέργεια που χάθηκε.
Μήτε φως, μήτε σκοτάδι.
Κανένας υλισμός που παραδέχεται αυτό,
δεν μπορεί να επιζήσει.
(Ιάσων Δεπούντης)
Περιλαμβάνει 32 ποιήματα, ένα σε κάθε σελίδα. Είναι και αυτό δείγμα της «οικονομίας» του ποιητικού λόγου που τον χαρακτηρίζει. Από το πρώτο ποίημα ανοίγει δρόμο για μια σύντομη, ουσιαστική συνάντηση μαζί του, με τον κόσμο του παρελθόντος του, όσο και για μια γνωριμία και ερμηνεία μιας σχέσης των οραμάτων του με τον «Εξώστη…» του Βίνσεντ Βαν Γκογκ:
Έξω από το παράθυρό μου εκεί
στη φευγαλέα ζωή των προαστίων
κάποτε ένα παιδί έσωσε τον κόσμο
γύρισε την πλάτη στο κενό
δείχνοντας το αστραπιαίο πέρασμα του μυστικού.
Στο καφέ «Εντροπία» συγκομιδή ψυχών
οι θαμώνες αφουγκράζονται ανήσυχοι κάτι αμετάκλητο
ένας μεταλλαγμένος άνεμος εισβάλλει στις αισθήσεις
διασπά το χρόνο σε μοναχικά συμβάντα
τις λέξεις σε τρομαγμένα πουλιά.
Ρέω σε θάλασσες σωσίες υδάτινους λαβυρίνθους
κάθε άνοιξη είναι αβέβαιο κρυπτόγραμμα
πού πάει όλη αυτή η θύελλα που με γέννησε
πού μεταναστεύει.
Αυτό που πέρασε αστράφτει απρόσιτο
Ό,τι έρχεται ζει εδώ ανάμεσα σε μας και τους παγετώνες.
(Στο καφέ «Εντροπία»)
Ποίηση δυνατή, γεμάτη «κρυπτογράμματα» κι όμως ευανάγνωστη. Ο καθαρός λόγος του έχει μια γοητευτική πυκνότητα, Θεωρεί τα πάντα με το βλέμμα του παιδιού που υπήρξε και το κουβαλάει «φορτίο ευάγκαλο» και ατενίζει το μέλλον με αισιοδοξίαι μες από ένα διαυγές όραμα του βιωμένου και εσωτερικευμένου χώρου και χρόνου.
Το καφέ «Εντροπία» είναι ο καθρέφτης, ο σάκος των αποσκευών του, αλλά και το μέσο που δείχνει ό, τι έχει «μεταναστεύει», συμβολικά και πραγματικά, και εκείνο το ανθρώπινο δυναμικό που βρίσκεται στα πρόθυρα της μετανάστευσης, ατενίζοντας ένα μέλλον δυσοίωνο…
Από το «κρυπτόγραμμα» περνάει στο «κρυπτογράφημα», μιλάει με όρους σταυρολεξικούς, με γρίφους που λύνονται, ωστόσο. Άλλωστε και η ζωή τι άλλο είναι παρά ένα κρυπτογράφημα με συναρμοσμένα και ενίοτε με ασυνάρτητα ή μπερδεμένα κρυπτογράμματα που απαιτούν δεξιοτεχνία και πείρα για να λυθούν.
Ζωή και θάνατος αειθαλής ενέργεια
μέσα από ιστιοφόρους λαβύρινθους που άφησες φεύγοντας
ο μέγας Απών ανάμεσα στους απόντες
στην αρχή του χρόνου μια γέννηση ψυχών
καθελκύει παράδεισους και αδιερεύνητους ορίζοντες
Θα ’ρθουν άλλοι άνθρωποι
Από αγέννητους καιρούς
[…]
Λέξεις βγαλμένες από το κενό
τι άλλο είναι ένας στίχος από τον έρωτα των προγόνων
[…]
νεύμα σ’ όλους και σε κανέναν.
Στο προσκήνιο
ανάμεσα στον αφανισμό και την ουτοπία
υπάρχει κάτι
η παλινόρθωση μιας αιώνιας στιγμής.
(Κρυπτογράφημα)

Πάλη γι’ αυτή την «παλινόρθωση μιας αιώνιας στιγμής» είναι ο αγώνας της τέχνης, ο αγώνας με τις λέξεις που με αυτές ζούμε και υπάρχουμε. Με τον λόγο που μας δίνει όνομα, που ονομάζει τα πράγματα και τα φέρνει στην επιφάνεια από την αφάνεια, χάρη στον λόγο υπάρχουμε. Και υπάρχει το σύμπαν που μας περιέχει. Χωρίς τον λόγο τίποτα δεν υπάρχει. Με τον τρόπο του, με τον υπέροχο στίχο του, το λέει ο Βασίλης Φαϊτάς κλείνοντας το Καφέ «Εντροπία» του, που με συνεπήρε:
Κρεμόμαστε ανάμεσα στο χρόνο και το διάστημα
φευγαλέες συλλήψεις
γονίδια μυστηρίου και έκστασης
ιχνηλάτες μετάλλαξης υφαίνουμε το χάος
της καταγωγής μας
στις μήτρες της ζωής και του θανάτου
τίποτα δεν σώζεται τίποτα δεν πεθαίνει
με λέξεις ιδέες και παλίρροιες της κέψης
χτίζουμε στο άπειρο την επανάσταση
ενός προσχεδιασμένου ονείρου.
(Εργαστήριο ονείρων)
Ποίηση καθηλωτική, περιεκτική, φιλοσοφημένη, που δημιουργεί αντιστάσεις και αντέχει σε πολλαπλές αναλύσεις και αναγνώσεις. Και με τα λίγα βιβλία, τα καθαρά, «κρυπτογράμματα», «κρυπτογραφήματα», ο Βασίλης Φαϊτάς είναι ποιητής. Ακόμα και με το Καφέ «Εντροπία», μόνο. Με ό,τι αυτό σημαίνει.

Δημήτρης Χ. Φαφούτης: Άτακτα και ανέστια, εκδόσεις Βεργίνα
Μένοντας στον τόπο καταγωγής του, τη Μενδενίτσα Φθιώτιδας, ο χημικός μηχανικός Δημήτρης Χ. Φαφούτης ζει στον δικό του χώρο και βιώνει τον δικό του ποιητικό χρόνο με τους ρυθμούς μιας άλλης πραγματικότητας, μακριά από τους ρύπους και τους κάθε λογής θορύβους των μεγαλουπόλεων. Η φωνή του έρχεται καθαρή, έχει μια λεβεντιά ο ήχος της, ο ποιητικός του λόγος είναι ευανάγνωστος, διαυγής.
Θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ολιγογράφος, οκτώ είναι όλα τα βιβλία που έχει εκδώσει. Τα Άτακτα και ανέστια, είναι η 6η ποιητική συλλογή και το 8ο βιβλίο του. Στο προηγούμενο βιβλίο του με τίτλο Ο Γιάννης Μαρρές (1925-2003) και η φιλία του με το Νικηφόρο Βρεττάκο (1912-1991), αναφέρεται με πολλή συγκίνηση και σεβασμό στην 78χρονη στενή φιλία και την αλληλογραφία των δύο ποιητών, καταγράφοντας στιγμές και σκηνές από τη συνάντησή τους. Παρεμβάλλει και επιστολές των δύο ποιητών. Γράφει στο «Προλόγισμά» του για τον «Ερημίτη της Σουβάλας» Γιάννη Μαρρέ, ανάμεσα σε άλλα:
«… Όταν επισκεφτήκαμε τον ερημίτη της Σουβάλας (…) στο μεγάλο χαγιάτι (…) ένα γλυκύτατο φως έβγαινε στο βάθος από τη μικρή φτωχική καμαρούλα. Ακούγαμε το μολύβι του συγγραφέα πάνω στο χαρτί. (…) Κι ύστερα η βιβλική μορφή του ποιητή μας καθήλωνε…»

Ο Δημήτρης Φαφούτης ανήκει στους ποιητές εκείνους που είναι σίγουροι για την αλήθεια των λόγων τους και περιμένουν κάποιον να τους χτυπήσει την πόρτα, βέβαιοι πως αυτό κάποτε θα γίνει. Αποτραβηγμένος, μάλλον, στην όμορφη πατρίδα του κρατάει και στον λόγο του την ευγένεια του καλλιεργημένου πνευματικού ανθρώπου. Είναι ένας ευαίσθητος, χαμηλότονος ποιητής με ουσιαστικό ποιητικό λόγο:
Οι μέρες ερχότανε
σημαδεμένες από άγριο καιρό
και φαρμακωμένο μελτέμι.
Οι τριγμοί των λυπημένων μαντάτων
αράδιαζαν τους φόβους
αντίκρυ απ’ τα λιγοστά του πρόσωπα.
Πόσοι έφυγαν,
και ποιοι θα μείνουν,
ο Θεός δεν τους φανέρωνε.
Κι αυτός,
που στη γλώσσα θήτευε
και ζύμωνε τις λέξεις
με την ίδια ευλάβεια
που η κατακαημένη του μάνα
έπλαθε το ζυμάρι του κόσμου,
δίσταζε πεισματικά να αρθρώσει
τους τελευταίους φθόγγους.
(Ημέρες)
Ακόμα κι όταν το περιεχόμενο των στοχασμών του είναι δραματικό, ο Δημήτρης Φαφούτης δεν βγαίνει από τα όρια της ευπρέπειας, δεν χάνει την ψυχραιμία του, δεν ξεφεύγει σε δριμείς χαρακτηρισμούς, δεν κάνει τραχύ το ανθρώπινο τοπίο. Με ήπιο, παραινετικό λόγο μιλάει για πολύ σκληρά πράγματα που προκαλούν πόνο. Ακόμα και για κείνους που στήνουν τα φονικά βρίσκει κάτι ελαφρυντικό, θέλει να αιτιολογήσει τις πράξεις τους, όχι για να τους αθωώσει, αλλά γιατί δεν μπορεί να πιστέψει ότι είναι από φυσικού τους κακοί. Αλλά ότι βρίσκονται σε λάθος δρόμο, γιατί δεν τους δόθηκε, πιθανώς, η ευκαιρία να πραγματοποιήσουν τα όνειρά τους, όπως αιτιολογεί τη συμπεριφορά τους στην Πανωραία:
Τους κοιτούσε κατάματα
κι ένα φως ξεπηδούσε,
που παρηγορούσε τον ανήλιαγο κόσμο.
Έτσι, μέσα στο αθώο του όνειρο
τους ταπείνωνε
κάθε φορά που αποφάσιζαν την κρεμάλα του.
Κι όμως,
είχαν κι εκείνοι μερίδιο στα όνειρα.
Γιατί η καρδιά τους
έναν ήχο γλυκό καρτερούσε,
να ξεκινήσει να χτυπά,
για την κοινή ευτυχία του κόσμου.
Αδελφή μου,
γλυκιά και αγλύκαντη αδερφή.
Εσύ να θυμάσαι
πόσο πάσχισε,
για να ξανάρθει το φως
μέσα στα δύσπιστα μάτια τους.
(Το φως)
Αλλά και ο σαρκασμός δεν λείπει από την περιγραφή τραγικού συμβάντος:
Της κρέμασαν τον γιο
ανήμερα Λαζάρου,
σαν διαλεχτό σφαχτάρι
που βιάζονταν να το ξεκάνουν.
Γιατί ερχόταν, λέει,
η Μεγάλη Εβδομάδα,
κι εκείνοι ήθελαν να πάνε
εξομολογημένοι στην εκκλησιά.
(Φύλλα στο χώμα, ΙΧ)
Το ερωτικό στοιχείο και ο αισθησιασμός όχι μόνο δεν λείπει από την ποίηση του Δημήτρη Φαφούτη, αλλά είναι πανταχού παρόν και δίνει διέξοδο στα όνειρα και λειτουργεί λυτρωτικά, περιχύνοντας τα πρόσωπα και τα πράγματα του περιβάλλοντος με φως ιλαρό στον απόηχο δημοτικού τραγουδιού, εκεί που η χαρά και η λύπη πάνε μαζί στη «χαρμολύπη», η ομορφιά ακολουθείται από τη συμφορά.
Κοιτάζω την αθέατη πλευρά
απ’ το άγαλμα κορμί σου
με τις γυρτές γυμνές σου πλάτες
[…]
Απάνω τους γλιστρούν τις νύχτες
φεγγάρια ματωμένα κι άστρα ορφανά…
[…]
Άσπρο πουκάμισο με πλουμιστά στολίδια
για του κορμιού σου τις αναπνοές,
μοιάζει σχεδίασμα για τις ριπές
που κουβαλούν οι βάρβαροι,
πίσω απ’ τα βουνά και τους καμένους λόφους.
(Σχεδιάσματα)

Όπως και σε τούτο το κομμάτι από το κείμενο του εξωφύλλου, από τα καλύτερα ποιητικά κείμενα που η σύγχρονη ελληνική λογοτεχνία ευτύχησε να έχει στο ενεργητικό της:
«Στον ύπνο μου κατεβαίνουν οι πλημμύρες σου», της είπε,
«αιωρούνται κλουβιά με πόρτες ξεκλειδωμένες,
τα πουλιά φύγανε κι έμεινα μόνος.
Πώς να πάρω τη θέση τους,
πώς να φορέσω τις χειροπέδες
και να χωρέσω στο μαύρο σκοτάδι,
εγώ συνήθισα να βλέπω ξέσκεπο ουρανό
και άστρα χαμηλωμένα»


πηγή: Διάστιχο


 Στατιστικά στοιχεία 
       Σχόλια: 1
      Στα αγαπημένα: 0
 
   

 Ταξινόμηση 
       Κατηγορίες
      Αταξινόμητα
      Ομάδα
      Αταξινόμητα
 
   

 Επιλογές 
 
Κοινή χρήση facebook
Στα αγαπημένα
Εκτυπώσιμη μορφή
Μήνυμα στο δημιουργό
Σχόλια του μέλους
Αναφορά!
 
   

πανω στα ιχνη...... του καιρου
 
Δ.ΣΚΟΥΦΟΣ
04-01-2020 @ 23:26
καλό βράδυ...……. ::hug.::

Πρέπει να συνδεθείς για να μπορείς να καταχωρίσεις σχόλιο