| Τα ποτά είν’ οι θεοί μου γιατί μού’ φυγες εσύ
πόνοι μαύροι στη ζωή μου με κερνούν πικρό κρασί
κι αφού πήρες την πνοή μου μού’ χουν γίνει κολοσσοί.
Τα ποτά είν’ οι θεοί μου, άβατο είσαι νησί.
Πέτα σταυραϊτέ μου, πέτα στο σταχτή μου ουρανό
και τα φώτα άναψέ τα, γλέντα με να μην πονώ
ντέρτια εξαφάνισε τα πριν πηδήξω στο κενό.
Πέτα σταυραϊτέ μου, πέτα στα φτερά σου να ξυπνώ.
Ένας γραίγος με σαρώνει που φυσάει δυνατός
η μορφή σου με τελειώνει και με σβήνει πυρετός
σ’ έχω χάσει κι είμαι σκόνη, άδειος και κοινός θνητός.
Ένας γραίγος με σαρώνει, μού’ χεις γίνει καθεστώς.
Πέτα σταυραϊτέ μου, πέτα στο σταχτή μου ουρανό
και τα φώτα άναψέ τα, γλέντα με να μην πονώ
ντέρτια εξαφάνισε τα πριν πηδήξω στο κενό.
Πέτα σταυραϊτέ μου, πέτα στα φτερά σου να ξυπνώ.
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 3 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|