| Κλαράκια ανθισμένης του Φλεβάρη αμυγδαλιάς,
Παλάμες μικρές που γραπώνουν μεγαλίστικη ύλη,
Τα μπήγεις βίαια στα χείλη μου, ματώνοντάς τα.
Να τ' ερμηνεύσεις πασχίζεις τί λένε.
Ανοιγοκλείνουν σπασμωδικά, ακατανόητα.
Αποκαλύπτοντας σμάλτο, πρωτόφαντο, αστραφτερό,
Αγάλματα του Χρυσού Αιώνα που ζωντάνεψαν.
Στέκονται πλάι το ένα στο άλλο και σμιλεύουν λέξεις.
Και εσύ καρφώνεις τα νύχια σου στα χείλη μου.
Να αρπάξεις τις λέξεις στις χούφτες σου θέλησες.
Να τις χαιδέψεις όπως τις μεγάλες παλάμες μου.
Να τις ψαύσεις πρώτη φορά, να τις γνωρίσεις.
Να καταλάβεις πια ματωμένα χείλη τί λένε.
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 2 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|