| Eκείνη και εκείνος
Δίπλα στο παράθυρο καθόταν εκείνη,
Και στο βαγόνι μπήκε άνδρας φίνος,
Παντρεμένος, σκέφτηκε εκείνη,
Σαραντάρα, σκέφτηκε εκείνος.
Έξω η άνοιξη είχε τη γαλήνη,
Σάμπως ο ουρανός τη γη ερωτεύτηκε.
Ωραίος, ψιθύρισε εκείνη.
Τι καλλονή! εκείνος σκέφτηκε.
Η ζωή την ατολμία κρίνει,
Εκείνος σηκώθηκε και βγήκε στην αποβάθρα.
Τι κρίμα! σκέφτηκε εκείνη.
Τι κρίμα! εκείνος σκέφτηκε λάθρα.
Στο σπίτι μες στη μοναξιάς τη δίνη,
Εκείνη έβαλε μουσική ελαφριά.
Μόνη, σκέφτηκε εκείνη.
Μόνος, εκείνος σκέφτηκε μακριά.
Μετά από ένα χρόνο:
Είδε πως εκείνη μπήκε στο βαγόνι, εκείνος.
«Συγνώμη, μπορώ να κάτσω δίπλα,» ρώτησε εκείνη
«Βεβαίως! Θα χαρώ,» απάντησε εκείνος.
Ενώ έξω άνοιξη ξανά
Εκείνος, απ’ τη χαρά του ένιωθε κρετίνος
«Σας περίμενα,» είπε εκείνη σιγανά.
«Εγώ σας έψαχνα,» απάντησε εκείνος.
Τρεμόπαιζε η γλώσσα του κεριού,
Έπαιζε μουσική και στα ποτήρια έλαμπε ο οίνος.
«Είναι μοίρα;» ρώτησε εκείνη,
«Είναι αγάπη!» την αγκαλιάζοντας, είπε εκείνος.
Αλκβιάντ
|
![](skin/images/spacer.gif) | ![](skin/images/spacer.gif) | ![](skin/images/spacer.gif) | ![](skin/images/spacer.gif) | ![](skin/images/spacer.gif) | ![](skin/images/spacer.gif) | | Στατιστικά στοιχεία | | ![](skin/images/spacer.gif) | | Σχόλια: 0 Στα αγαπημένα: 0
| | ![](skin/images/spacer.gif) | | | | ![](skin/images/spacer.gif) |
|