| Μια ιστορία θα σας πω,
που ’ναι τώρα μεσ’ τα χρόνια ξεχασμένη
για μιαν αγάπη που ‘σβησε
στα σύννεφα χαμένη
για μία γλυκοθώρητη ξανθιά γαλανομάτα
και έναν νιο που διάβηκε τ’ ονείρου της τη στράτα
Ήταν δεκαοκτώ χρονιάρικο κοπέλι
Σαν γνώρισε την κορασιά που ήταν σαν το μέλι
αλλά, απ’ τους πατεράδες τους κανείς, αγάπες δε λογίζει
το μίσος των προγόνων τους βαρύ, την πίκρα την σφραγίζει
Ο πόθος τους ταξίδεψε στον ουρανό,
με το φως τ’ αποσπερίτη
και πήγε στα ψηλά βουνά
σε μια φωλιά πετρίτη
κούρνιασε ‘κει φοβούμενος θαρρείς, κακό μαντάτο
κι έγινε ο έρωτας ναός, σαν εκκλησιάς πρωτάτο
Γέρασε η αγάπη τους καρπό χωρίς να φέρει
χάθηκε η κόρη στον καιρό κι ο νιος έγινε αστέρι
ρωτάει τον Αυγερινό, ρωτάει και την Πούλια
ρωτάει κει στα πέρατα κι όλα τα ψαροπούλια
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 2 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|