| Τρέχαμε ανέμελοι φλυαρώντας ιστορίες
φτιάχναμε σπίτια στης αυλής σου τη μουριά
νωρίς μπατάρισε ο καιρός κι οι προσδοκίες
''στα νύχια μπαίνει και τρυπώνει η σκουριά!''
.
Κυριακές -νωθρές, γιορτές, Πάσχα κι αργίες
γυροβολούσες σαν χαμένη επωδό
αντιλαλούσαν τα όνειρα παρασπονδίες
κι όλο μουρμούριζες: ''θα φύγω από δω.''
.
Κι αυτή η μαυρίλα ξεγλιστράει και τρυπώνει
απ΄τις παλάμες και φουντώνει στη καρδιά
παράταιρος κι ήξερα πόσο σε στοιχειώνει
η ανεξίτηλη της κοινωνίας μπογιά.
.
Αληθινές, σκάρτες και ψευδό-ιστορίες
-σαν μια αρρώστια στο ωραίο μας προφίλ-
θα φύγω έλεγες για άλλες πολιτείες
κι όλο ανανέωνες τους χάρτες σου με στιλ.
.
Βρήκες απάγκιο στο πιοτό και στη μαστούρα
μες τη θολούρα έλεγες: ''πίσω μη κοιτάς''
μα μια βραδιά σ΄ένα στενάκι τα βρες σκούρα
όταν στη πέσανε κάποιοι που τους χρωστάς.
.
Ήτανε κάποιο, όπως τ΄άλλα βράδια, βράδυ
πριν το σκοτάδι να χωθεί μες την αυγή
βρήκες τον ένοχο - τον έβαλες σημάδι
κι είχε παγώσει όταν σε βρήκαν η πληγή.
.
Τρέχαμε ανέμελοι φλυαρώντας ιστορίες
φτιάχναμε σπίτια στης αυλής σου τη μουριά
νωρίς μπατάρισε ο καιρός κι οι προσδοκίες
''στα νύχια μπαίνει και τρυπώνει η σκουριά!''
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 4 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|