| Της νύχτας
Το παραμύθι της νυχτιάς, ξεκίνησε σαν τώρα
Με δράκους στα πηγάδια της, σακατεμένες στάμνες
Και μια φωτιά να σιγοκαίει στα μνήματα από κάτω
Τους ζωντανούς να ξεγελά πως μόνοι τους κοιμούνται
Πήρανε να το τραγουδούν τυφλοί μόνο στα μάτια
Σέρνοντας τις μαγκούρες τους στων γιασεμιών τη στράτα
Νύχτα, τόσους που πλάνεψες σαν μαύρη παλλακίδα
Άραγε αγάπησες ποτέ τους φεγγαροκρουσμένους;
Τον κόσμο μέσα σου κρατάς, νύχτα, και δεν παλιώνεις
Όσοι σε πίνουν για νερό, τη δίψα δεν την ξέρουν
Κι όσοι σε πίνουν για κρασί, σκουλήκια νανουρίζουν
Αρχόντοι λεν την Κυριακή κι από Δευτέρα σκλάβοι
Παίρνεις μια ανάσα απ’ όλους μας, δε δίνεις μόνο παίρνεις
Απ’ το λυγμό μακροβουτάς ως τη χαρά και πίσω
Κι ό,τι πικρό απέμεινε στον κόρφο σου κρυμμένο
Λες τα βουνά το κάρφωσαν και τα βουνά σωπαίνουν
Τ’ άστρα για τάμα να τα καις, αφορεσμένη νύχτα
Κι από τ’ αδιάβαστα στοιχειά το πιο αγαπημένο
Στείλ’ το στην άκρη του γιαλού, να ξεπλυθεί, να γιάνει
Σαν ξημερώσει λησμονιά να ‘ναι μωρό στην κούνια
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 5 Στα αγαπημένα: 1
| | | | | | |
|