Καλημέρα φίλοι μου, σκέψεις κι` άλλες σκέψεις, να μου είστε καλά.
Εκεί που πύρωνε η πέτρα
κι` ακουγόταν
το σούρσιμο
από τα φίδια.
Εκει στα κακοτράχαλα στενά
στα κόκκινα στουρνάρια.
Παιδεύτηκες
βαθιά
προδόθηκες
στα τόσα σου τα λίγα
πορεύτηκες.
Εκεί στους φράχτες
στις αγκινάρες
και τα σύρματα.
Δεν μίλησες
δεν είπες.
Για τα δικά σου
αισθήματα.
Και βγήκε καυτός ο ήλιος
σεργιάνι στα ρείκια
και στις τσουκνίδες.
Σεργιάνι στο χώμα
γυμνός κι` ανυπεράσπιστος
πόσο θεέ μου
ακόμα.
Τις ιτιές προσκύνησες
τα βάτα και τα βράχια.
Έσκυψες και έκοψες
το πρώτο κυκλάμινο
να χαρείς
να γελάσεις
να ζήσεις
να ξεχάσεις.
Κοίταξες τα χέρια σου
τα καθαρά
εδώ και χίλια χρόνια
κι` άναψες ένα κερί
να σε φυλούν αιώνια.
Θεός και Παναγιά
κι` όλοι μαζί οι Αγγέλοι.
Κι` είπες, την δόλια μου καρδιά
την γέμισα με μέλι.