| Μετρώ τις ημέρες.
Δεκατρείς, Δεκατέσσερις, Δεκαπέντε, Δεκαέξι….
Σκοτάδι βαθύ. Ο ήλιος, από νωρίς υποκλίνεται,
Στου φεγγαριού τη έλξη.
Ήρθε ο χειμώνας.
Μίκρυναν κι αυτές μαζί με την καρδιά.
Αργεί να ξημερώσει.
Θεριό ανήμερο γίνεται,
Με τις βροχής τις στάλες, τα χιόνια, την παγωνιά.
Στο τσίρκο της ζωής, απών ο θηριοδαμαστής.
Ποιος τώρα να τη μερώσει;
Απέμεινε μόνη, δεμένη με χοντρή αλυσίδα να την κρατά,
Στου κλουβιού τη γωνιά.
Τροφή της των τοίχων η σιωπή.
Τους μιλά και το δάκρυ της κυλά,
Από των ματιών την πηγή.
Αυτοί, αυτοί ατάραχοι, ασυγκίνητοι.
Στον πόνο της, μένουν βουβοί.
|
![](skin/images/spacer.gif) | ![](skin/images/spacer.gif) | ![](skin/images/spacer.gif) | ![](skin/images/spacer.gif) | ![](skin/images/spacer.gif) | ![](skin/images/spacer.gif) | | Στατιστικά στοιχεία | | ![](skin/images/spacer.gif) | | Σχόλια: 4 Στα αγαπημένα: 0
| | ![](skin/images/spacer.gif) | | | | ![](skin/images/spacer.gif) |
|