| Η ωραία μας «ακμαία»
έψαχνε πάντα τη μαία.
Ήθελε για να γεννήσει
ειδικό να βοηθήσει.
Την ξεγέννησε μια μέρα.
Βγήκ’ ένα παιδί σα σφαίρα.
Φόρα πήρε και τρεχάτο,
έπιασε γαμάτο πάτο.
Βρε σημαία τιμημένη,
μη κακό άλλο σου γένει.
Γέννησες παιδί φευγάτο,
να το χάνεις εκεί κάτω;
Άλλα πλέον μη γεννήσεις.
Που να ξέρεις τι θα ζήσεις.
Σαν εκείνη τα ακούει,
Ίδρωτας πολύς τη λούει.
Δε θα έχει πια παιδάκια,
σαν τα κρύα τα νεράκια;
Σκίζεται. Μέσα στο κλάμα,
και ακύμαντη στο δράμα,
υποστέλλει γεννητούρια
και γλιτώνει γλειφιτζούρια.
Κι αν σημαία δε θα έχει
και παιδί ουδέν θα τρέχει,
θα ‘ν’ το κράτος σ’ ευτυχία,
που δε θα πλερώνει μία.
Για σχολεία και παιδικούς.
Για βιβλία και κρατικούς,
υπαλλήλους, να σκορπάει
χρήμα, που έτσι να φάει:
Σε κομπίνες και ρεμούλες.
Για πολλές «χρυσές» καρδούλες.
Που αδειάζουν τα ταμεία
και δε μένει ούτε μία.
Μα το κέρδος το γνωρίζουν,
όσοι, που, αυτοί ψηφίζουν.
Τι κι αν άδεια τα ταμεία;;;
Ζήτω! Στη σωστή τους λεία.
Χάσαμε μία σημαία
και μαζί και μία μαία.
«Μα κερδίσαμε ως Κράτος,
το γνωστό μας παρακράτος….»
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 0 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|