| Έφτασα στο χωριό μου ,
το χωριό των παιδικών μου χρόνων ,
εκεί όπου μεγάλωσα.
Περνώντας με το αυτοκίνητο
από την άλλοτε πολύβουη γεμάτη ανθρώπους πλατεία,
κανένα δε συνάντησα ήταν έρημη,
όπως έρημο ήταν ολόκληρο το χωριό
κι όμως άλλοτε έσφυζε από ζωή .
Υπήρχαν δυο εστιατόρια ,δυο καφενεία, περίπτερο,
κρεοπωλείο,κουρείο ακόμη και κυλινδρόμυλος .
Τώρα δεν υπάρχει τίποτα έμειναν ,μόνο οι Εννέα Εύζωνοι
στη θέση της επίσημης ονομασίας.
Όλα ήταν στη θέση τους αλλά χωρίς ανθρώπους ,
όταν πέρασα δίπλα από το πέτρινο δημοτικό σχολείο
κάτι με τσίμπησε στο στήθος,ίσως οι ενοχές
γιατί κι εγώ ήμουν συνυπεύθυνος
στο έγκλημα εγκατάλειψης του χωριού.
Έφτασα στο σπίτι μου.
Τίποτα δεν άλλαξε και ταυτόχρονα
όλα ήταν ζεστά και φιλικά.
Οι καρυδιές στη θέση τους
ο κήπος αριστερά γεμάτος ζιζάνια και τσουκνίδες,
αυτό που με γαλήνεψε ήταν το άρωμα του φασκομηλιάς
που αγκαλιάζει ασφυκτικά το σπίτι,
ο άνεμος το μεταφέρει σε ευρύτερη αχτίνα πολλών μέτρων.
Το άρωμα της φασκομηλιάς πρέπει να το προλάβεις
στην αποκορύφωσή του στην πλήρη άνθιση του,
εκεί φάνηκα τυχερός.
Όλα είναι φωτεινά ,δεν υπάρχει σκιά αμφιβολίας
εκτός από τη σιωπή και την ανυπαρξία.
Σταμάτησα το αυτοκίνητο φεύγοντας,
γύρισα πίσω το κεφάλι μου κι αναρωτήθηκα
αν αυτό το μέρος είναι το μέρος όπου μεγάλωσα
ή είμαι κάποιος ξένος περαστικός.
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 3 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|