| Είν' ώρες - ώρες
που περνούν από το μυαλό
εικόνες κι αναμνήσεις,
μιας ζωής που έζησες,
μιας ζωής που σαν μεγάλωνες
δεν σου' παν πως θα ζήσεις.
Λέξη δεν σου 'παν
έστω και μισή και στα χέρια
δεν σου 'δωσαν σχοινί
μήτε στην πλάτη σου 'βαλαν
μπουκάλες οξυγόνου.
Ανέτοιμος ανέβηκες της θλίψης το βουνά ,
αδόκιμος κολύμπησες της θάλασσες του πόνου.
Πες μου σε ρωτώ καρδιά
πως τ' ανέβηκες της
θλίψης τα βουνά ;
Στα χέρια δίχως να βαστάς σχοινί
πες μου πως πάτησες την κορυφή ;
Πες μου σε παρακαλώ, εσύ,
δόλιο μου κι αγύμναστο κορμί.
Δίχως ανάσες και φιάλες οξυγόνου,
πως βούτηξες, πως ρούφηξες,
τις θάλασσες του πόνου ;
Πόσες άραγε ακόμα
πρέπει θάλασσες να πιω
και στην άβυσσο του πόνου
πόσες φορές θα κατέβω ;
Για πόσο ακόμα της θλίψης
τα όρη πρέπει ν' ανεβαίνω ;
Ρωτώ καρδιά, ρωτώ κορμί
και την ταλαίπωρη μου την ψυχή
κι απάντηση δεν παίρνω.
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 1 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|