|
ΑΠΟΛΟΓΙΑ ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ
Ο Σωκράτης, μπρος στο Δία,
σαν επέθανε, εστάθη,
και που ήταν τα παιδία
ερωτούσε για να μάθει.
Ο πατήρ θεών που ήτο,
λόγω ίωσης, κλινήρης,
(λες και μίλαγε σε βλίτο ):
-Τι τα θες; Να τα διαφθείρεις;
- Τι 'ν' αυτά που λες Θεέ μου;
Πεθαμένος είμαι ήδη.
'Γω δεν έκαμα ποτέ μου,
ότ' εσύ στον Γανυμήδη.
- 'Όχι τέτοια εις εμένα,
π' όλο έλεγες ουκ οίδα.
Δεν σου γλίτωσε κανένα.
Τα που έκανες τα είδα.
Όταν σου 'πε η Ξανθίππη:
Μ' ένα νεαρό σε είδα,
Είπες: Με αυτόν τον χίπη
ουδεμιά έχω παρτίδα,
με ρωτούσε για την γρίπη
και του είπα πως ουκ οίδα.
Μα εγώ, πως καρδιοχτύπι
ένιωσες για ΄κείνον είδα.
Ο δικός μου, στο κρεβάτι,
ως ξαπλώναμε το βράδυ,
μού 'λεγε: Κάμ' το Σωκράτη
και εγώ τον Αλκιβιάδη.
- Αυτό όπου υπονοείς
ψέμα εστί ανόσιο,
το διαπιστώνει δε κανείς,
εις Πλάτωνος συμπόσιο.
Ενώ ο παις μου τά 'χε ρίξει,
και ήτανε φωτιά και λαύρα,
τον είχα πάραυτα προγκήξει
και τά 'βαψε, για τούτο, μαύρα.
- Ως το θέμα μου το θέτεις,
είν' θαρρώ για σε ντροπή.
Κακό είναι να διαθέτεις
τη δική σου την οπή.
Αν αυτό το πράμα λείπει,
εκεί οδηγεί η Μοίρα.
Σου το στέρησ' η Ξανθίππη,
όπως και εμέ η Ήρα.
-------------
Που σ' έφτιαξα, ήταν κακό,
Σωκράτη, καθ' ομοίωση.
Μην ξέρεις κάνα γιατρικό
να μου περάσ' η ίωση;
Όλα, πια, τα οίδα, ήδη!
Φώναξε το Γανυμήδη,
καμιά βρούβα μήπως βρει,
να σου κάμει εντριβή.
----------
Και όταν πια θα σηκωθείς,
μετά τη θεραπεία,
δίκαια σ' όλους να φερθείς.
Σε ικετεύω Δία.
Στους συκοφάντες μου - οϊμέ -,
τους κεραυνούς σου ρίξε,
και συναδελφική, σ' εμέ,
αλληλεγγύη δείξε.
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 7 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|