| Στον Μίκη
Με χέρια πάντα ανοιγμένα σαν φτερά
και μ' ένα σώμα απ' τα πιστεύω πονεμένο
με ελπίδα ύψωνες κατάλευκα πανιά
κι έλεγες θα ρθει το καλύτερο, επιμένω.
Όλου του κόσμου τα επερχόμενα δεινά
στο πρόσωπο σου ζωγραφίσαν για να βάλουν
μα ήταν το κόκκινο που στοίχιζε ακριβά
κι απ' την ψυχή σου προσπαθούσαν να το βγάλουν.
Θυμάμαι κάποτε που σαν κρυφό σχολειό
τραγούδια ακούγαμε ψιθυριστά στα υπόγεια
κι ήρθε κι ωρίμασε και σαν κρασί παλιό
δεν μας τρομάζανε οι στίχοι και τα λόγια.
Σε κυνηγήσανε, προδότη ξαφνικά
σ' είπαν και σε έδιωξαν να πας αλλού να ζήσεις
λέγαν πως νίκησαν εκείνοι τελικά
και κάπου ανώνυμος στην μνήμη μας θα σβήσεις.
Τα χρόνια πέρασαν με άρωμα φθηνό
στον κόσμο έγινες σύμβολο και ιδέα
την μία ημέρα σε αγώνα με πανό
και την επόμενη τιμώντας την σημαία.
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 4 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|